Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Τα ΟΧΙ του Αργύρη Χιόνη

Τρίτη, Οκτωβρίου 28, 2014

Share

& Comment

Τα ΟΧΙ του Αργύρη Χιόνη
Στις 28 Οκτωβρίου 2011 βραβεύτηκαν οι επιτυχόντες μαθητές του δήμου Ξυλοκάστρου Ευρωστίνης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ο Αργύρης Χιόνης ήταν ο κεντρικός ομιλητής της εκδήλωσης και σε όλα τα παιδιά έδωσαν ένα βιβλίο του. Ανέβηκα λοιπόν στο Θροφαρί για να τον πάρω, και μετά την απαραίτητη στάση στο Intro Art Cafe, φτάσαμε στο θέατρο Άγγελος Σικελιανός. Καθίσαμε και περιμέναμε να τον καλέσουν στο βήμα.

Κάποια στιγμή βγάζει τα χαρτιά που είχε γράψει κι ενώ τους ρίχνει μια τελευταία ματιά με ρωτάει: «Το κωλογλείψιμο είναι κακιά λέξη;». «Όχι», απαντάω αμέσως και χαμογελάω πονηρά. «Α, εντάξει» είπε και μετά από λίγο ανέβηκε στο βήμα.

Στην αρχή -τα παιδιά κυρίως- δεν μπορώ να πω ότι πρόσεχαν τον ομιλητή. Λίγο μετά, όλο το θέατρο είχε βουβαθεί και άκουγε ευλαβικά. Δεν ήταν ένας συνηθισμένος λόγος. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να είναι; Ίσως αυτοί που δεν τον ήξεραν να περίμεναν ν’ ακούσουν τετριμμένες νουθεσίες ενός «σοφού» μεγάλου προς τους νέους. Όμως, ήταν διαφορετικά. Ευτυχώς μου έκοψε και πάτησα την ηχογράφηση στο κινητό, τη μαγνητοφώνησα κι έτσι την έχουμε σχεδόν όλη. Πέρα από την εισαγωγή (όπου ευχαριστούσε για την πρόσκληση) και μια δυο λέξεις που δεν ακούγονται, όλη η άλλη είναι αυτούσια:

 «…μου ζήτησαν να κάνω μια ομιλία. Όταν το άκουσα αυτό ομολογώ ότι ζορίστηκα κάπως. 1ον: γιατί δε φημίζομαι για τις ρητορικές μου ικανότητες και 2ον: γιατί τι θα μπορούσε κανείς να πει, σε τέτοιους δύσκολους καιρούς, στα νέα παιδιά που ξεκινούν ανώτερες κι ανώτατες σπουδές, χωρίς να έχουν τη βεβαιότητα ότι οι γνώσεις που θα αποκτήσουν θα αξιοποιηθούν από την κοινωνία. Τι να πεις σ’ αυτούς τους νέους ανθρώπους που ξεκινούν την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία τους όταν συνέχεια ακούν από τους εντός εισαγωγικών «σοφούς» μεγαλύτερούς τους ότι το βαρέλι της κρίσης δεν έχει πάτο κι ότι δεν υπάρχει φως στο τέρμα του τούνελ;
Εγώ ωστόσο που ούτε σοφός είμαι ούτε φύσει αισιόδοξος, άλλωστε είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι ποιητές και συγγραφείς είναι από λίγο έως πολύ καταθλιπτικοί, κατέληξα κατόπιν ωρίμου σκέψεως στο συμπέρασμα ότι υπάρχει φως. Όχι όμως στο βάθος οποιουδήποτε τούνελ, αλλά μέσα μας, στο βάθος του εαυτού μας. Και είναι αυτό το φως που πρέπει να αναζητούμε, ενθυμούμενοι πάντα ότι κάθε φορά που οι Έλληνες μεγαλούργησαν και ξεπέρασαν τις όποιες αντιξοότητες ήταν επειδή έσκυψαν μέσα τους και αναζήτησαν αυτό το εσωτερικό φως.

Έχοντας λοιπόν τα μάτια σας στραμμένα πάντα προς αυτό το φως, αφοσιωθείτε στις σπουδές σας χωρίς να σκέφτεστε το υλικό από αυτές όφελος, γιατί η παιδεία δεν έχει ως στόχο τη δημιουργία πλούτου, αλλά τη διαμόρφωση χαρακτήρα, ήθους και πνεύματος. Όταν αυτό επιτευχθεί τα άλλα, δηλαδή η σταδιοδρομία και οι συνακόλουθες υλικές απολαβές, θα έρθουν από μόνες τους ως φυσική συνέπεια. Η δική μου γενιά, που σαφώς είναι πολύ παλιότερη απ’ τη δική σας και παλιότερη ακόμα κι απ’ αυτή των γονιών σας, έζησε τα παιδικά της χρόνια την εποχή που ακολούθησε τον πόλεμο και τον εμφύλιο, μέσα στην ανέχεια και την εξαθλίωση και τα εφηβικά και ανδρικά μέσα στους κοινωνικούς αγώνες και τις διώξεις της πολιτείας. Και όμως, αυτή η γενιά διέπρεψε στα γράμματα και τις τέχνες. Πρωτοστάτησε στην ανατροπή της χούντας και ανέδειξε σημαντικές προσωπικότητες που ακόμα σημαδεύουν την κοινωνία μας. Ανέδειξε βέβαια και πλήθος καιροσκόπων, ωφελιμιστών, χαρτογιακάδων, πολιτικάντηδων και golden boys. Αυτούς δηλαδή που έχασαν την επαφή με το εσωτερικό τους φως, υποταγμένοι στις προσωπικές φιλοδοξίες τους, στο προσωπικό τους συμφέρον και τα συμφέροντα ξένων σκοτεινών δυνάμεων και μας οδήγησαν σ’ αυτό το χάλι και σ’ αυτή την ντροπή που ζούμε σήμερα. Γι’ αυτό το χάλι όμως ευθυνόμαστε κι εμείς οι ίδιοι που εμπιστευτήκαμε τη μοίρα μας στ’ ανάξια χέρια τους, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουμε τώρα κι εμείς να χάσουμε το εσωτερικό μας φως.

Αγαπητοί μου φίλοι, σήμερα γιορτάζουμε το μεγάλο ΟΧΙ που είπε ο ελληνικός λαός στον ντόπιο και ξένο φασισμό. Έχουν από τότε περάσει 71 χρόνια, κι ενώ είχαμε πιστέψει ότι το τέρας είχε σκοτωθεί μια για πάντα, το βλέπουμε τώρα να αναγεννιέται με νέα μορφή και νέο όνομα. Το εντός εισαγωγικών «ιδανικό» όνομα της παγκοσμιοποίησης, πίσω από το οποίο κρύβεται μια δράκα μεγαλοτραπεζιτών και κερδοσκόπων που στόχο έχουν την καθυπόταξη όλων των λαών του πλανήτη στην άμετρη λαιμαργία τους για πλούτο και εξουσία.

Φίλοι μου, έχω την αίσθηση ότι ζούμε ήδη έναν τρίτο ακήρυχτο παγκόσμιο πόλεμο, μια νέα κατοχή. Ήδη στον ανεπτυγμένο κόσμο μας στρατιές ανέργων …σκαλίζουν τα σκουπίδια αναζητώντας αποφάγια και αποφόρια για να κατευνάσουν την πείνα τους και να καλύψουν τη γύμνια τους. Όσο για τον υποανάπτυκτο κόσμο, τον τρίτο κόσμο, δεν έχουμε παρά να κοιτάξουμε την Αφρική που έχει καταντήσει ένα τεράστιο νεκροταφείο. Μήπως λοιπόν ήρθε η ώρα να ξαναστραφούμε προς το ξεχασμένο μέσα μας φως και να αντιτάξουμε σε αυτή τη νέα βαρβαρότητα μια σειρά από νέα ΟΧΙ, κάποια από τα οποία θα απευθύνονται και σε μας τους ίδιους, δηλαδή στο χαλασμένο, στο διαβρωμένο από το σύστημα κομμάτι του εαυτού μας;

Ενδεικτικά μόνο παραθέτω εδώ έναν κατάλογο με ΟΧΙ άμεσης εφαρμογής, τον οποίο είμαι σίγουρος ότι μπορείτε να συμπληρώσετε μόνοι σας με πολύ περισσότερα, γιατί δεν είναι δυνατόν να μην έχετε συνειδητοποιήσει ότι «πήραμε τη ζωή μας λάθος και πρέπει ν’ αλλάξουμε ζωή», όπως θα έλεγε κι ο Σεφέρης:

ΟΧΙ λοιπόν στην υπερκατανάλωση αγαθών και τις επίκτητες ανάγκες που μας δημιούργησαν οι έμποροι των εθνών.
ΟΧΙ στις πιστωτικές κάρτες και τις τοκογλυφίες των τραπεζών.
ΟΧΙ στα δάνεια που δεν μπορούμε να ξεπληρώσουμε.
ΟΧΙ στον παλαιοκομματισμό και τους κομματάρχες.
ΟΧΙ στη δαγκωτή ψήφο.
ΟΧΙ στο μέσο και στο κωλογλείψιμο. ΝΑΙ στην αξιοκρατία.
ΟΧΙ στον κομματικό οπαδισμό, γιατί διόλου δεν διαφέρει από τον χουλιγκανισμό των γηπέδων.
ΟΧΙ στην προσωπολατρία και οικογενειολατρία.
ΟΧΙ στην ψευδαίσθηση ότι ψηφίζοντας κάθε τέσσερα χρόνια τους εκλεκτούς ηγέτες μας εκτελούμε το δημοκρατικό καθήκον μας, και από ’κεί και πέρα δεν έχουμε άλλο ρόλο από το να τους χειροκροτούμε ή να τους βρίζουμε ανάλογα με το αν υπηρετούν ή όχι τα προσωπικά μας συμφέροντα.
ΟΧΙ στα κομματικοποιημένα και ενίοτε κρατικοδίαιτα συνδικάτα που λειτουργούν συντεχνιακά, φροντίζοντας μόνο για τα μέλη τους και γράφοντας στα παλιά τους τα παπούτσια την υπόλοιπη κοινωνία.
ΟΧΙ στην παιδεία που δημιουργεί εξειδικευμένα ανδρείκελα, αναίσθητους τεχνοκράτες, αυταρχικούς χαρτογιακάδες, γελοίους γιάπηδες και αρπακτικά golden boys. ΝΑΙ στην παιδεία που παράγει την απαραίτητη εξειδίκευση, διευρύνει γενικότερα το πνεύμα και δίνει νόημα ουσιαστικό στη ζωή.
ΟΧΙ στην πατριδοκαπηλία και τον στείρο εθνικισμό.
ΟΧΙ στο ρατσισμό και την ξενοφοβία.
ΟΧΙ στην καταστροφή του περιβάλλοντος. Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι ο κόσμος αυτός δεν πλάστηκε για μας, και μας ανήκει όσο ανήκει και στο πιο ελάχιστο μυρμήγκι. Δεν είναι παιχνίδι που μας χάρισε ο μπαμπάς μας και μπορούμε να το σπάσουμε για να δούμε τι έχει μέσα.
ΟΧΙ στην εκδρομική ή τουριστική φυσιολατρία. ΝΑΙ στην απόλυτη ταύτισή μας με τη φύση.
ΟΧΙ στην τεμπελιά. ΝΑΙ στην εργασία, ακόμα και σ’ αυτήν που δεν έχει σχέση με τις σπουδές που κάνουμε. Σε εποχές σαν αυτή που διανύουμε και που τίθεται ζήτημα επιβίωσης καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή. Καμιά δουλειά δεν είναι μόνο για τους περιφρονητέους μετανάστες.
ΟΧΙ στην τηλεόραση, όπου στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων μαθαίνουμε ποια glamorous ανύπαρκτη παντρεύτηκε με τον αντίστοιχό της  glamorous ανύπαρκτο. ΝΑΙ στον πολιτισμό. ΝΑΙ στη μουσική. ΝΑΙ στο θέατρο. ΝΑΙ στον κινηματογράφο. ΝΑΙ και πάλι ΝΑΙ στο βιβλίο.
ΟΧΙ στον αθέμιτο ανταγωνισμό, στο διαγκωνισμό και στον ψευτοπαλλικαρισμό, στην τζάμπα μαγκιά, στο «ξέρεις ποιος είμαι εγώ μωρέ;». ΝΑΙ στο συναγωνισμό, στην ευγενή άμιλλα, τη συντροφικότητα, την αλληλεγγύη…».

Δύο μήνες μετά ο Αργύρης μάς την «έκανε» ξαφνικά. Τα Χριστούγεννα του 2011, πέθανε από οξύ έμφραγμα. Αλλά τι λέω; Πεθαίνουν ποτέ οι σπορείς;

Γράφει ο Ανδρέας Ζάρρος

Ο Αργύρης Χιόνης (22 Απριλίου 1943 - 25 Δεκεμβρίου 2011) ήταν Έλληνας ποιητής και συγγραφέας.


***********

Σαν τόν τυφλό μπροστά στόν καθρέφτη, του Αργύρη Χιόνη

"Ὤ ναί, ξέρω καλά πώς δέν χρειάζεται καράβι γιά νά ναυαγήσεις,
πώς δέν χρειάζεται ὠκεανός γιά νά πνιγεῖς.
Ὑπάρχουνε πολλοί πού ναυαγῆσαν μέσα στό κοστούμι τους,
μές στή βαθιά τους πολυθρόνα,
πολλοί πού γιά πάντα τούς σκέπασε
τό πουπουλένιο πάπλωμά τους.
Πλῆθος ἀμέτρητο πνίγηκαν μέσα στή σούπα τους,
σ’ ἕνα κουπάκι του καφέ,
σ’ ἕνα κουτάλι του γλυκοῦ...
Ἄς εἶναι γλυκός ὁ ὕπνος τους ἐκεῖ βαθιά πού κοιμοῦνται,
ἅς εἶναι γλυκός κι ἀνόνειρος.
Κι ἅς εἶναι ἐλαφρύ τό νοικοκυριό πού τούς σκεπάζει."

Αργύρης Χιόνης (1943 - 2011) -  IA', Σαν τόν τυφλό μπροστά στόν καθρέφτη (1986)
Ο Αργύρης Χιόνης αυτοβιογραφούμενος
Ο Αργύρης Χιόνης γεννήθηκε το 1943 στην Αθήνα. Ο πατέρας του ήταν από την Ίο και η μητέρα του από τις Βούβες, ένα μικρό χωριό στην ενδοχώρα του νομού Χανίων. Επειδή μπήκε πολύ νωρίς  στη βιοπάλη, τέλειωσε το νυχτερινό γυμνάσιο, χωρίς καμιά ελπίδα για συνέχιση των σπουδών του.
Στα δεκατέσσερά του, άρχισε να γράφει ποιήματα σε έμμετρο και ομοιοκατάληκτο στίχο, μιμούμενος τις μαντινάδες και τα αποσπάσματα από τον Ερωτόκριτο, που η Κρητικιά μητέρα του σιγοτραγουδούσε, ενώ έκανε τις δουλειές του σπιτιού. Την ίδια περίπου εποχή, μπήκε στη ζωή του το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο, η ποιητική ανθολογία των Ηρακλή και Ρένου Αποστολίδη. Έκτοτε, η ασθένεια της ποίησης εγκαταστάθηκε για τα καλά στον οργανισμό του και έγινε χρόνια.
Στα δεκαεφτά του υιοθετεί τον ελεύθερο στίχο και το 1966 εκδίδεται η πρώτη ποιητική του συλλογή, οι Απόπειρες φωτός.

Το 1967, λίγο μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, φεύγει στο εξωτερικό. Πρώτος σταθμός το Παρίσι όπου, εργαζόμενος πάντα (λαντζιέρης, φορτοεκφορτωτής, υπηρέτης), παρακολουθεί, τα βράδια, μαθήματα γαλλικών.

Στις αρχές του 1968, ποιήματά του μεταφράζονται και δημοσιεύονται σε έγκυρα ολλανδικά λογοτεχνικά περιοδικά. Λίγο μετά τα γεγονότα του Μάη, που τα ζει από πολύ κοντά, η μεταφράστριά του, Maria Blijstra,  και ο σύζυγός της, ο συγγραφέας Rein Blijstra (παλιοί φίλοι του Καζαντζάκη και λάτρεις της Ελλάδας), επισκέπτονται το Παρίσι, για ένα λογοτεχνικό συνέδριο, συναντιούνται για πρώτη φορά μαζί του και τον προσκαλούν στο Άμστερνταμ.

Μετά από δεκαπέντε περίπου μέρες, και ενώ συνεχίζεται ακόμη η απεργία των σιδηροδρομικών, επιχειρεί το ταξίδι με τα πόδια και με ωτοστόπ.

Στο σπίτι των Blijstra, γνωρίζεται με τον ελληνιστή καθηγητή του Πανεπιστημίου Arnold van Gemert και την ελληνίδα γυναίκα του Τοτούλα, που του προτείνουν να εγκατασταθεί στον Ολλανδία, υποσχόμενοι να του βρουν εκεί δουλειά.

Επιστρέφει στο Παρίσι και, τον Αύγουστο, όταν παίρνει μήνυμα ότι βρέθηκε δουλειά σ' έναν εκδότη κλασικών κειμένων, εγκαταλείπει οριστικά (έτσι νομίζει) τη Γαλλία. Φρούδες ελπίδες. Την επομένη κιόλας της άφιξής του, όταν παρουσιάζεται στην αστυνομία του Άμστερνταμ, με το διαβατήριό του και την επιστολή προσλήψεώς του από τον εκδότη, απελαύνεται αμέσως, γιατί έπρεπε να είχε υποβάλει την αίτηση παραμονής και εργασίας όσο βρισκόταν ακόμη στο εξωτερικό, δηλαδή σε κάποια ολλανδική πρεσβεία. Επιστροφή λοιπόν στο Παρίσι, με κομμένα φτερά. Υποβάλλει ωστόσο την αίτησή του στην ολλανδική πρεσβεία του Παρισιού και, μετά από τέσσερις μήνες αγωνίας, ανεργίας και πείνας, έρχεται η πολυπόθητη θετική απάντηση.

Στη μαγευτική πόλη του Άμστερνταμ, θα ζήσει τα επόμενα οκτώμισι χρόνια. Στην αρχή, θα δουλέψει σκληρά, τόσο για τον βιοπορισμό όσο και για την εκμάθηση της γλώσσας, αλλά, σύντομα, θα δει τους κόπους του να αυγατίζουν. Του χορηγείται, από την Εταιρεία Συγγραφέων, υποτροφία για γράψιμο, γίνεται δεκτός στους λογοτεχνικούς κύκλους και αποκτά πρόσβαση στα λογοτεχνικά περιοδικά, εκδίδονται δύο βιβλία του, βραβεύονται δύο θεατρικά έργα του, διορίζεται δάσκαλος ελληνικών στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο και, τέλος, βλέπει να υλοποιείται το όνειρό του για πανεπιστημιακές σπουδές. Με κρατική υποτροφία, εγγράφεται στη σχολή ιταλικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ. Επέλεξε αυτή τη σχολή, γιατί τον διακατείχε η σφοδρή επιθυμία να διαβάσει Δάντη από το πρωτότυπο.

Το 1977, επιστρέφει στην Ελλάδα όπου, την επόμενη πενταετία θα δουλέψει ως μεταφραστής, θα συγγράψει μια σειρά παιδικών εκπομπών για το ραδιόφωνο και θα κάνει ένα υπέροχο μακρύ ταξίδι στις ΗΠΑ, εκπροσωπώντας τη χώρα μας στο ετήσιο Διεθνές Συγγραφικό Πρόγραμμα του Πανεπιστημίου της Iowa.
Το 1982, προσλαμβάνεται, κατόπιν διαγωνισμού, ως μεταφραστής, στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εγκαθίσταται στις Βρυξέλλες. Το 1992, παραιτείται από τη θέση αυτή και αποσύρεται στο Θροφαρί, ένα μικρό χωριό της ορεινής Κορινθίας, όπου ασχολείται, πλέον, μόνο με την καλλιέργεια της γης και της ποίησης.

Το μέχρι στιγμής έργο του Αργύρη Χιόνη απαρτίζεται από:

- ένδεκα ποιητικές συλλογές, οι δέκα από τις οποίες κυκλοφορούν από τις εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ, σ' ένα συγκεντρωτικό τόμο που φέρει τον τίτλο Η φωνή της σιωπής. Η ενδέκατη, με τον τίτλο Στο υπόγειο, έχει επίσης εκδοθεί από τη ΝΕΦΕΛΗ.
- πέντε συλλογές αφηγημάτων, δύο εκ των οποίων, Όντα και μη όντα (βραβείο ΔΙΑΒΑΖΩ 2007) και Περί αγγέλων και δαιμόνων, διατίθενται στο εμπόριο από τις εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ.  Εντός του 2008, πρόκειται να κυκλοφορήσει, από τις εκδόσεις ΚΙΧΛΗ, το βιβλίο του Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες.
- πλήθος μεταφράσεων, πεζών και ποιημάτων, από τα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά και ολλανδικά.

Ποιήματα και πεζογραφήματα του ίδιου έχουν μεταφραστεί και δημοσιευτεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ολλανδικά, σερβοκροάτικα και ρουμάνικα.-
Θροφαρί, Οκτώβριος 2008

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Copyright © 2014-15 Απόψεις επώνυμα™ is a registered trademark.

Designed by Templateism. Hosted on Blogger Platform.