Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Και Ο Πραξιτέλης Κάποτε Ήταν Παιδί - Του Γελωτοποιού

Σάββατο, Φεβρουαρίου 08, 2014
Ερμής του Πραξιτέλη
Η μνήμη είναι αυτή που μας ορίζει ως ανθρώπους. Δίχως μνήμη είμαστε ζωντανοί, αλλά δεν έχουμε ταυτότητα.
Τα τελευταία χρόνια, μετά την e-επανάσταση, έχει επικρατήσει να θεωρούμε τον εγκέφαλο μας ως έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή. Έτσι υπάρχει η παρανόηση ότι οι αναμνήσεις είναι αποθηκευμένες σε συγκεκριμένα μέρη του εγκεφάλου, μία-μία και ξεχωριστά, και ότι μπορούμε να τις αναπαράγουμε αναλλοίωτες, όπως μπορείς να παρακολουθήσεις ξανά και ξανά ένα βίντεο που έχεις αποθηκευμένο στον σκληρό σου δίσκο, στο φάκελο «Ολυμπιακοί Αγώνες 2004».
Ο Ίσραελ Ρόζενφιλντ, στο βιβλίο του «Η εφεύρεση της μνήμης», υποστηρίζει ότι η μνήμη είναι μια δυναμική και ολιστική διαδικασία.
Ότι δεν βασίζεται πάνω σε σταθερές εικόνες (έννοιες), αλλά σε αναδημιουργίες ή φαντασίες. Για να υπάρχει η αίσθηση της ανάμνησης φαίνεται ότι είναι απαραίτητος ένας συγκινησιακός σύνδεσμος (μια κάποιου τύπου μεταιχμιακή δραστηριότητα).
Το παρελθόν οικοδομείται με βάση το παρόν.
Και στη διαδικασία αυτή συμμετέχει ολόκληρος ο εγκέφαλος, όχι μόνο οι «συγκεκριμένοι νευρώνες» όπου υποτίθεται ότι έχουν αποθηκευτεί ξεχωριστά όλες οι εικόνες-έννοιες-λέξεις-πρόσωπα-μυρωδιές-κινήσεις-μελωδίες (κλπ) που θυμόμαστε.
Καμία λέξη ή εικόνα (κλπ) δεν ανασύρεται αυτόνομα, ανεξάρτητα από άλλες λέξεις, εικόνες (κλπ).
Όταν σκεφτόμαστε την έννοια «άλογο» ή «ποδήλατο» δεν βλέπουμε τη λέξη γραμμένη ούτε μια εικόνα του Αλόγου, όπως πλατωνικά και έξω από την ανθρώπινη νόηση υποτίθεται ότι υπάρχει αυτή. Μαζί με το «άλογο» έρχονται δεκάδες και εκατοντάδες συνδεδεμένες έννοιες-εικόνες κλπ.
Άλογα υπάρχουν πολλά, «άλογο» μόνο ένα.

Μόνο οι άνθρωποι που διαλογίζονται για πολλά χρόνια υποστηρίζουν ότι μπορούν να σκεφτούν ένα «άλογο», να συγκεντρωθούν σε ένα «άλογο», χωρίς ο νους τους να παρεκκλίνει προς οτιδήποτε άλλο.
Εμείς, οι απλοί άνθρωποι, αν μας ζητηθεί να σκεφτούμε ένα ποδήλατο, μπορεί να θυμηθούμε το ποδήλατο που αγοράσαμε πριν λίγους μήνες και μας έκλεψαν ή το ποδήλατο του Ντε Σίκα (που επίσης κάποιος το έκλεψε) ή το ποδήλατο που θέλουμε να πάρουμε στο παιδί μας ή το πρώτο μας ποδήλατο χωρίς βοηθητικές ρόδες –καθώς και το φόβο που νιώσαμε όταν το επιχειρήσαμε για522_5_5πρώτη φορά, όταν πέσαμε, το χτυπημένο μας χέρι, τη μητέρα να μας βάζει οινόπνευμα.
Όμως και αυτή η αναβίωση του τσουξίματος που προκάλεσε το οινόπνευμα δεν είναι παρά η αναδημιουργία της ανάμνησης, προσαρμοσμένης στα νέα δεδομένα (τώρα στα παιδιά βάζουμε betadin που δεν τσούζει. Αλήθεια, τότε δεν υπήρχε;)
Θα ήταν ένα καλό πείραμα αν βιντεοσκοπούσαμε μια στιγμή από την ηλικία των 6 μας χρόνων και δεν τη βλέπαμε για 30 χρόνια. Η πραγματικότητα (καθώς και αυτό που θα είχε καταγραφεί στο βίντεο, το οποίο θα ήταν πολύ σχετικό με αυτήν αν και όχι απόλυτα πραγματικό) δε θα είχε καμία σχέση με αυτό που θα θυμόμασταν.

Αυτή τη δυναμική διαδικασία της μνήμης την αντιμετώπισα επιστρέφοντας στα μέρη όπου είχα να βρεθώ από παιδί. Ιδιαίτερα στις παραλίες όπου είχα κάνει μπάνιο μία-δύο φορές τότε -τότε που το αντιηλιακό δεν ήταν απαραίτητο (ή μήπως μας έβαζαν και δεν το θυμάμαι;)
Στο Τολό θυμόμουν μια παραλία απ’ όπου μπορούσες να δεις την Ακροναυπλία. Πράγμα αδύνατον τελικά, εκτός και αν τα τελευταία τριάντα χρόνια μετακινήθηκαν τα όρη και οι θάλασσες.
Στον Καϊάφα θυμόμουν μια λαοθάλασσα, να βουτάει στη θάλασσα. Επιστρέφοντας βρήκα ένα έρημο τοπίο, που σε τίποτα δεν έμοιαζε με αυτό που είχα στο μυαλό μου.

Από όλα όσα θυμόμουν το μόνο που έμεινε αναλλοίωτο ήταν ο ιερός χώρος της Αρχαίας Ολυμπίας. Όχι αναλλοίωτο, υπερβάλω, αλλά πολύ κοντά στην εικόνα που είχα.
Το στάδιο σίγουρα δεν είχε αλλάξει καθόλου. Μπήκα και έκανα έναν αγώνα με τον Τηλέμαχο. Με κέρδισε, αφού αυτός δεν καπνίζει, και τα 2Χ194 μέτρα είναι πάρα πολλά για τα μαυρισμένα πνευμόνια μου.
τρεχονταςΜετά καθίσαμε κάτω από τη παχιά σκιά ενός πεύκου στις εξέδρες και παρατηρούσαμε τους τουρίστες να κάνουν κι αυτοί αγώνες.
«Άκουγα» τη μουσική από τους Δρόμους της Φωτιάς, θυμόμουν και την ιστορία για εκείνον τον ολυμπιονίκη που μπήκε στο στάδιο με ένα μοσχάρι στους ώμους.

Ο Μίλων από τον Κρότωνα της Ιταλίας ήταν αθλητής του παγκρατίου (και μαθητής του Πυθαγόρα!). Το παγκράτιο ήταν ένα άθλημα-πολεμική τέχνη, όπου επιτρέπονταν τα πάντα: Λακτίσματα, γροθιές, λαβές, αγκωνιές, γονατιές, πάλη στο έδαφος, κάτι σαν τους σύγχρονους αγώνες πάλης χωρίς κανόνες (και χωρίς γάντια, παρακαλώ).
Τα μόνα που απαγορεύονταν ήταν το βγάλσιμο των ματιών (γιατί άραγε;), το χτύπημα στα γεννητικά όργανα (άσε που ήταν και γυμνοί) και οι δαγκωνιές (για να μην τρώνε τα αυτιά των αντιπάλων).
Ο Μίλων επινόησε την εξελικτική προπόνηση (κάπως αλλιώς το λένε αυτό). Πήρε ένα νεογέννητο μοσχαράκι και έτρεχε με αυτό κάθε μέρα στο δάσος. Το μοσχαράκι πάχαινε μέρα με τη μέρα, δυο-τρία κιλά (δεν ξέρω πόσο γρήγορα τρέφει ο ήλιος τα μοσχάρια), αλλά ο αθλητής δεν καταλάβαινε τη διαφορά, αφού κουβαλούσε το ίδιο μοσχάρι κάθε μέρα.
Έτσι, την ημέρα των αγώνων, τέσσερα χρόνια μετά, μπήκε στο στάδιο κουβαλώντας ένα μοσχάρι που μόνο οι κτηνοτρόφοι μπορούν να μας πουν πόσο περίπου ζύγιζε. Εννοείται ότι κέρδισε. Ο αντίπαλος του θα έβαλε τα κλάματα μόνο που τον είδε.
Και το άσχημο σημείο της ιστορίας: Μετά την νίκη του ο αχάριστος ολυμπιονίκης έσφαξε το μοσχάρι και το έφαγε μόνος του.

Μετά τον αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας είχε σειρά το μουσείο.
Εκεί μέσα νιώθεις να κόβονται τα γόνατα σου όταν βρίσκεσαι μπροστά στα γλυπτά των αετωμάτων του ναού του Δία. Ευτυχώς αυτά δεν τα πήραν οι Βρετανοί για να τα προστατέψουν από τους βάρβαρους αυτόχθονες.αετωμα
Το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Διός, ένα από τα εφτά θαύματα του κόσμου, δυστυχώς δεν σώζεται.
(Φαντάζομαι κάποιον αρχαιοκάπηλο να μπαίνει σε ένα αρχαίο «Αγοράζουμε χρυσό» και να κουβαλάει ένα δάχτυλο του Διός.
«Πόσα δίνεις γι’ αυτό;»
«Τρεις μνες».
«Μόνο; Αξίζει τουλάχιστον δέκα.»
«Άκου, φιλαράκι. Ή άστο ή φύγε.»)

Αλλά είναι ένα άλλο έκθεμα που σε κάνει να μένεις άφωνος.
Ο Ερμής του Πραξιτέλη, η επιτομή της ομορφιάς.

Πριν πολλά χρόνια είχα βρεθεί στη Φλωρεντία. Γοητεύτηκα από τα πρωτότυπα του Ουφίτσι, όπου μπορούσες να δεις την Αφροδίτη του Μποτιτσέλι σχεδόν γυμνή μπροστά σου.

Μετά ήταν η σειρά του Δαβίδ.
imagesΤουρίστες από όλον κόσμο θαύμαζαν το αριστούργημα του Μικελάντζελο.
Αλλά εγώ χαμογελούσα και ήθελα να τους πω:
«Έχω δει το πρωτότυπο».
Ο Δαβίδ είναι υπέροχος, είναι κάτι παραπάνω από μεγαλειώδης, είναι θεϊκός. Αλλά ο Ερμής του Πραξιτέλη είναι… Πως μπορείς να περιγράψεις με λέξεις κάτι τόσο τέλειο; Μάλλον ο Ερμής είναι ανθρώπινος.
Ο Μικελάντζελο έφτιαξε έναν άνθρωπο να μοιάζει με θεό. Ο Πραξιτέλης έφτιαξε έναν θεό να μοιάζει με άνθρωπο. Όχι απλώς να μοιάζει, να είναι άνθρωπος.
Να έχει στο πρόσωπο του μια αμφίθυμη διάθεση, λες και γνωρίζει το εφήμερο των θείων, σαν να ξέρει ότι οι άνθρωποι σύντομα θα πάψουν να τον λατρεύουν, σαν να διαισθάνεται την πίκρα της θνητότητας.
Ο Δαβίδ είναι αυτάρεσκος, γνωρίζει πόσο όμορφος είναι, γνωρίζει ότι θα νικήσει το Γολιάθ. Ο Δαβίδ είναι η έπαρση της Αναγέννησης.
Ο Ερμής είναι κουρασμένος, χωρίς τη λάμψη του Χρυσού Αιώνα, λίγο πριν το τέλος, λίγο πριν τους Ρωμαίους, αλλά αποδέχεται τη μοίρα του, στωικά, στοχαστικά. Ο Ερμής είναι το γνώθι σαυτόν της ελληνιστικής περιόδου.
Και ίσως τις μέρες που ο Πραξιτέλης σμίλευε το μάρμαρο, ο Μένανδρος να σμίλευε τις λέξεις.

Το παρελθόν οικοδομείται με βάση το παρόν… Αλλά όχι για τα παιδιά.
Για πρώτη φορά βρέθηκα ως πατέρας στο σπίτι που πήγαινα ως εγγονός. Η ρεματιά δίπλα στο σπίτι, όπου παίζαμε από το πρωί μέχρι το βράδυ, μου φάνηκε ιδιαζόντως επικίνδυνη. Δεν άφηνα τον Τηλέμαχο ούτε να πλησιάσει, καθώς φανταζόμουν δηλητηριώδη ερπετά και μολυσμένα ποντίκια να ελλοχεύουν στη βλάστηση.
Κι όμως… Εμείς, τότε, την κατεβαίναμε με κοντά παντελονάκια.shorts_1952
Δεν τον άφηνα να μπει στο κοτέτσι (αν είναι δυνατόν να τον αφήσω!), όπου εμείς ξημεροβραδιαζόμασταν ψάχνοντας για αυγά.
Και το χωριό, που τότε μου φαινόταν δαιδαλώδες και μυστηριακό, μου φάνηκε πολύ… μικρό.
Ο Τηλέμαχος ήταν ενθουσιασμένος και ούτε πρόσεχε πόσο πολλή ζέστη έκανε. Αλλά, αν θυμηθώ τον εαυτό μου ως εφτάχρονο, ποτέ δεν έκανε ζέστη στο χωριό ή μάλλον, ποτέ δεν με ένοιαξε αν κάνει ζέστη. Είχα πολύ σημαντικότερα πράγματα να ασχοληθώ.

Για άλλη μια φορά σε αυτό το οδοιπορικό, αντιλήφθηκα ότι μόνο τα παιδιά μπορούν να «δουν» αυτόν τον κόσμο, το μικρό, ως μέγα. Εμείς, οι πατεράδες πλέον, είμαστε απασχολημένοι με άλλα πράγματα, πολύ πιο μικρά, πολύ πιο μικρά.
Τη ζέστη, την εφορία, την πολιτική κατάσταση, την οικονομική κατάσταση, την αισθητική, την καθαριότητα, την υγιεινή, τις αναμνήσεις (κλπ).
Ενώ εκείνα ασχολούνται με τα παγωτά, το παιχνίδι, τους φίλους, τα ζώα, την αγάπη (κλπ).
Για τα παιδιά το παρόν οικοδομείται με βάση το παρόν, αυτή είναι η αλήθεια.
Ενώ εμείς ζούμε χαμένοι ανάμεσα στις αναμνήσεις μας, τους φόβους μας και τις ελπίδες μας.
Χαμένοι στο χρόνο ζούμε εμείς, ενώ τα παιδιά απολαμβάνουν τη ζωή.

«Ξυπνήστε με όταν φτάσουμε στη γέφυρα», είπε ο Τηλέμαχος και εννοούσε τη γέφυρα Ρίου-images (3)Αντίρριου, για την οποία τόσα είχε ακούσει.
Έπειτα έκλεισε τα μάτια και αποκοιμήθηκε.
Καθώς οδηγούσα και πρόσεχα για όλους αυτούς τους ηλίθιους που μπαίνουν στο αντίθετο ρεύμα, προκειμένου να κερδίσουν πέντε λεπτά, θυμήθηκα πόσο μου άρεσε να κοιμάμαι στην πίσω θέση του αυτοκινήτου, όταν κάναμε μεγάλες διαδρομές.
Θυμήθηκα και την απάντηση ενός κοριτσιού, όταν την ρωτάγανε οι «μεγάλοι» τι θέλει να γίνει όταν μεγαλώσει.
«Πάλι παιδί», έλεγε εκείνη, σαν να ήξερε πόσο ακριβά θα είναι τα διόδια στη γέφυρα.

----------------------------------
Πηγή:sanejoker.info

Εμείς που κρατάμε την ΕΡΤ ανοιχτή έχουμε δίκιο - Του Θανάση Βικόπουλου

Σάββατο, Φεβρουαρίου 08, 2014
Εμείς που κρατάμε την ΕΡΤ ανοιχτή έχουμε δίκιο - Toυ Θανάση Βικόπουλου
Toυ Θανάση Βικόπουλου, δημοσιογράφου του ελεύθερου Ραδιοφωνικού Σταθμού Μακεδονίας της ΕΡΤ3 στην ενημερωτική εκδήλωση το Σάββατο 1 Φεβρουαρίου στο ΑΠΘ  με θέμα: «Ανοιχτή Ελεύθερη ΕΡΤ- το Χαμένο Σήμα της Δημοκρατίας»

Το βράδυ της 11ηςΙουνίου , για να κυριολεκτώ, το ξημέρωμα της 12ηςΙουνίου 2013 έπεσα στο κρεβάτι με την ψυχή και το σώμα να μοιάζουν σε βάρος στην ασπίδα του Ηρακλή, που με τρόπο θαυμαστό περιέγραψε ο Ησίοδος στη Θεογονία. Ώρες νωρίτερα, ο πρώην βοηθός της Ρούλας Κορομηλά στο πρωινάδικο Bravissimo της δεκαετίας του ‘90, ο εκτελών χρέη κυβερνητικού εκπροσώπου, Σίμος Κεδίκογλου, ανακοίνωνε το οριστικό κλείσιμο της ΕΡΤ, χαρακτηρίζοντας ιερές αγελάδες και διεφθαρμένους χιλιάδες ανθρώπους με αξιοπρέπεια.


Σε περιόδους κρίσης κλείνω, από μικρός, τα μάτια και ονειρεύομαι ξύπνιος υποχρεωτικά ταξίδια σε άλλους τόπους και εποχές ψάχνοντας το ξεκίνημα του κακού.
Σε φάντασμα μετατράπηκα, σαν και εκείνα που πέρασαν φευγαλέα έξω από το παράθυρο του Εμπενεζίερ Σκρουτζ την παραμονή των χριστουγέννων στο εξαιρετικό παραμύθι “A Christmas Carol” του Τσάλς Ντίκενς.
1775. Πάνω από καμινάδα στο Κίρκαλντυ της Σκωτίας βρέθηκα, γλίστρησα προς τα κάτω προσέχοντας μην πατήσω τα τελευταία αποκαΐδια που τρεμόπαιζαν στο τζάκι. Ο Άνταμ Σμιθ έγραφε τις τελευταίες σειρές. Περίμενα πίσω από την πολυθρόνα μέχρι που σηκώθηκε για ύπνο αφήνοντας για καλή μου τύχη αναμμένο το κερί, μιας και, ως φάντασμα, εγώ δεν θα μπορούσα να ανάψω τίποτα. Άρχισα να διαβάζω τα γραπτά. Τρόμαξα. Είδα να ’ρχονται φωτιές, πόνος, δάκρυ, όχι γιατί σώνει και καλά το θέλησε ο ίδιος, αλλά γιατί ο λόγος του μπόρεσε να δώσει το δικαίωμα στους ιδεολογικούς απογόνους του να προσφέρουν απλόχερα φωτιές, πόνο, δάκρυ, εκμετάλλευση.
Δεν μου έφτανε το αόρατο χέρι που ρυθμίζει τους κανόνες της αγοράς. Κάποιος έπρεπε να ανοίξει το πρωί τα μαγαζιά της ελεύθερης αγοράς, κάποιος έπρεπε να ρίξει το κάρβουνο στις μηχανές του νεοφιλελευθερισμού. Ήξερα πως ο πόνος, το δάκρυ, η φωτιά έχουν συνένοχο. Έναν προδότη, ένα δεκανίκι. Άνοιξα τα μάτια.
Ξημέρωμα 12ης Ιουνίου. Δευτερόλεπτα μετά τα έκλεισα εκ νέου. Το λευκό χιόνι στην Κόκκινη Πλατεία είχε βαφτεί κόκκινο. Τρέχω δίπλα σε έναν μπολσεβίκο που με την ματωμένη λόγχη του εφορμά στο τελευταίο κάστρο της τυραννίας.
«Ήρθα σωστά;» ρώτησα , ενώ ο βοριάς μου έκοβε την ανάσα.
«Όχι», απάντησε εκείνος. «Ήρθες δύο χρόνια νωρίτερα και σε λάθος τόπο».
«Πού να πάω;», ξαναρώτησα.
«1919. Βερολίνο, στο ζωολογικό κήπο και μετά δίπλα στο ποτάμι….». Αυτά είπε και χάθηκε στον καπνό της επανάστασης.
Βερολίνο!!! Το άψυχο κορμί του σπαρτακιστή Καρλ Λίμπκνεχτ βουτηγμένο στο αίμα με μία σφαίρα στο πίσω μέρος της κεφαλής. Από το ποτάμι ακούγονται φωνές, μια γυναίκα ουρλιάζει. Δευτερόλεπτα μετά σωπαίνει . Τρέχω. Το σώμα της Ρόζας Λούξεμπουργκ το διαμέλισαν με χτυπήματα από σφυριά και λαβές όπλων. Την χτυπούσαν με τις ώρες. Την πέταξαν νεκρή στο νερό.
«Ποιος το ’κανε;», ρώτησα ένα γερμανό εργάτη.
«Οι σοσιαλδημοκράτες του Έμπερτ. Έστειλε τα Φράικορπς να καταστείλουν την εξέγερση», απάντησε και, πριν χαθεί στο σκοτάδι, φώναξε. «Οι σοσιαλδημοκράτες το έκαναν!!! Να μην τους εμπιστεύεσαι ποτέ!!!»
Η απόφαση της κυβέρνησης να διακόψει βίαια την πολύχρονη ζωή της ΕΡΤ κατάφερε, σε πρώτη φάση, να συσπειρώσει τους εργαζομένους σε αυτήν. Ξαφνικά, άνθρωποι διαφορετικών ιδεολογικών αποχρώσεων, πεποιθήσεων, διαφορετικών απόψεων σχετικά με τη λειτουργία της ΕΡΤ πρόταξαν από κοινού τα στήθη τους ενάντια στην απόπειρα (μιας και στο επίπεδο της απόπειρας βρίσκονται) των νεοφιλελεύθερων και των σοσιαλδημοκρατών συμμάχων τους να βάλουν τσιρότο στα στόματά μας, στο στόμα της δημοκρατίας, της ελευθερίας του λόγου.
Κύριο, πρωταρχικό ευτυχώς, συστατικό των κινημάτων, όποια κι αν είναι αυτά, όποτε κι αν γεννήθηκαν, είναι η οργή. Εκείνος, όμως, που τα καθιστά ικανά να διεκδικήσουν και να ανατρέψουν είναι ο χρόνος, η εμπειρία που αποκτούν από αυτόν, αλλά και η περιέργως έμφυτη ικανότητα να μην κοιτούν το χθες άλλων κινημάτων, καθώς το καθένα από αυτά εκφράστηκε και γιγαντώθηκε, πέθανε ή θριάμβευσε μέσα σε συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, που σαφώς παρουσιάζει διαφορές από τις υπόλοιπες. Άλλη η ιαχή του θρυλικού μπολσεβίκου που αντάμωσα στα ξύπνια όνειρά μου εκείνο το βράδυ, την ώρα που εφορμούσε προς τα ανάκτορα του τσάρου αλλάζοντας την παγκόσμια ιστορία, άλλη του εργαζομένου της FIAT που σηκώνει την κόκκινη σημαία δίνοντας αρχή στη Settimana Rossa.
Βασικός εχθρός κάθε κινήματος είναι ο ίδιος του ο εαυτός, ο τρόπος με τον οποίο οργανώνεται αλλά και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει τα ζιζάνια. “Ολοι γνωρίζουμε πως, αν δεν ξεριζώσεις την αγριάδα, κήπο καθαρό δεν βλέπεις. Στην περίπτωση της ΕΡΤ, η βιασύνη της κυβέρνησης να στήσει άρον άρον τον μεταβατικό φορέα, με τρόπο που στηρίζεται σε πλήθος παρανομιών, λειτούργησε ευεργετικά για όλους όσοι «ταμπουρώθηκαν» με πείσμα, αποφασιστικότητα και αξιοπρέπεια μέσα στα κτίρια. Προηγήθηκε όμως ένα παλιό βρώμικο παιχνίδι…
Αρχικά οι υπηρέτες της κυβέρνησης χτύπησαν στο λογικό:
«Δεν μπορούμε να φανταστούμε μια διάδοχη κατάσταση χωρίς εσένα. Είσαι αναντικατάστατος…».
Οι ιδεολογικά ώριμοι και πολιτικά καταρτισμένοι συνάδελφοι, όλοι εκείνοι που γνωρίζουν την φτήνια των λόγων και των πράξεων της κυβερνώσας συμμαχίας, απλώς κατέβασαν το ακουστικό. Το δεύτερο κύμα επίθεσης στόχευε στο θυμικό:
«Θα αντέξεις να περνάς έξω από το γραφείο και να βλέπεις άλλους να κάθονται στην καρέκλα σου; Και πώς θα τα καταφέρεις σε μία Θεσσαλονίκη εργασιακά κατεστραμμένη;»
O πόλεμος είχε πλέον γενικευτεί και οι όποιες προσχωρήσεις στο στρατόπεδο των δηλωσιών ή μεταμελληθέντων έδωσαν στην κυβέρνηση την ψευδαίσθηση ότι νικά. Κάτι σαν την ψευδαίσθηση νίκης που έδωσε στις στρατιές του Γ” Συνασπισμού η ομίχλη που σηκώθηκε λίγο πριν τη μάχη του Αούστερλιτς. Μόνο που όταν η ομίχλη κατακάθισε, εκείνος που χαμογέλασε ήταν ο Ναπολέων. Οι άνθρωποι που μαζεύουν κριθάρι στα μακρινά Highlands της Σκωτίας για να φτιάξουν, με όλες τις μυρωδιές της φύσης, το αθάνατο μαλτ ουίσκι λένε πως αν δεν σε πάρει ο ύπνος τον Αύγουστο δεν θα πεθάνεις ποτέ…
Ως λάσπη που δεν αντέχει την καθαρότητα του ποταμού μέσα στον οποίο κυλά και που, γεμάτη αγωνία, αναζητά την κοντινότερη όχθη για να αναπαυθεί, έφυγαν από κοντά μας, άλλοι με τύψεις, άλλοι χωρίς, όλοι εκείνοι που υποταγή δήλωσαν τον Αύγουστο στον καινούργιο πασά, καταθέτοντας αιτήσεις για ένα φορέα φάντασμα. Η υποτιθέμενη αγωνιστικότητά τους έδωσε τη θέση της στην αγωνία και την αβεβαιότητα των δίμηνων συμβάσεων, των πολιτικών υποσχέσεων, των εξευτελιστικών μισθών, κυρίως έδωσε τη θέση της στη δήλωση μετάνοιας, που, μεταξύ άλλων, ζήτησε την αποδοχή απόλυσης από την ΕΡΤ. Τα υποτιθέμενα βαριά όπλα της άλλης πλευράς πιάσαν τις τέσσερις γωνίες σε διαδίκτυο και έντυπα και, σε συνδυασμό με τον ένοχο λόγο της μνημονιακής ιδιωτικής τηλεόρασης, άρχισαν να χτυπούν ως άλλοι ελεύθεροι σκοπευτές. Με μια φτηνή επιχειρηματολογία που στόχο είχε την εκκένωση των κτιρίων, τσαλαβούτηξαν χωρίς νόημα μέχρι και στον ιστορικό και ανεπανάληπτο λόγο των Μαρξ , Λένιν και άλλων γιγάντων της ανθρώπινης διανόησης, κόβοντας κατά το δοκούν κομμάτια και πετώντας στα σκουπίδια τα υπόλοιπα κείμενα, με στόχο να μας πείσουν πως ο αγώνας μας δεν ήταν ούτε επαναστατικά ούτε στρατηγικά ορθός.
Καναλάρχες τοπικών ιδιωτικών σταθμών, κλειδαράδες, σύγχρονοι Γκοτζαμάνηδες, απόγονοι μπουραντάδων, άνθρωποι για τους οποίους εκκρεμούν δικαστικές υποθέσεις για εκβιασμούς, πρώην συνάδελφοι, μηχανικοί αυτοκινήτων που διορίστηκαν εναερίτες τεχνικοί στο νόθο παιδί της ένδοξης ΕΡΤ, κυβέρνηση, ΜΑΤ και λοιποί συγγενείς δεν πίστευαν στα μάτια τους, σαν είδαν τους ξεροκέφαλους να στήνουν, κατακαλόκαιρο, θερινό σινεμά στη Θεσσαλονίκη, που συνεχίζει μέχρι σήμερα το έργο του στην αίθουσα πολιτισμού ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, τους αθηναίους συναδέλφους να κερδίζουν την αγκαλιά της νύχτας με τις συναυλίες τους στην Αγία Παρασκευή, αυτούς της Πάτρας να μην κάνουν βήμα πίσω, της Ορεστιάδας να παλεύουν για συνεχή ενημέρωση αρνούμενοι να παραδώσουν τη συχνότητα της ΕΡΑ σε ξένες γλώσσες.
Τα είχαμε καταφέρει. Αλλά ο δρόμος ήταν και είναι δύσκολος, γιατί είναι ένας δρόμος με κερί στα σκοτάδια της ψυχής.
Χρειάστηκε, και το κάναμε, να διαπραγματευτούμε με τη λογική μας και να αντιληφθούμε πως οι παλιές δομές δεν υπήρχαν πια, χρειάστηκε να συνομιλήσουμε, όσο ήταν δυνατόν, με τη βίαιη εξέγερση των συναισθημάτων μας. Χρειάστηκε να αυτοοργανωθούμε, και το κάναμε, αλλά κυρίως χρειάστηκε να σταθούμε με αξιοπρέπεια απέναντι στη νέα μορφή πάλης και λειτουργίας της ΕΡΤ, την αυτοδιαχείριση, διαχειριζόμενοι την πιο μεγάλη τραγικότητα των ιστορικών υποκειμένων, που δεν είναι άλλη από την επίγνωση του φυσικού τους θανάτου. Φορείς της ίδιας μας της φθοράς, έπρεπε και πρέπει να παλεύουμε καθημερινά με την φύση μας, που μας καλεί σε στιγμές πόνου να λυγίζουμε στη σχετικότητα του χρόνου, που μεταφράζεται στην πιθανότητα να μην είμαστε εμείς οι ίδιοι και η γενιά μας που θα απολαύσουμε τους καρπούς μιας νίκης που, πιθανόν, να έρθει πολύ αργότερα.
Η αυτοδιαχείριση στην ΕΡΤ, όπως η κάθε αυτοδιαχείριση, ακροβατεί ανάμεσα στις ίδιες της τις προσταγές και την ψυχολογία του «εγώ» των μελών της. Την ίδια ώρα που οφείλει να σεβαστεί την ψυχολογία των υποκειμένων της, να αφουγκραστεί τα «μπορώ» τους και να σεβαστεί τα «θέλω» τους, την ίδια ώρα ζητά από αυτά να κάνουν περισσότερα από όσα μπορούν και να υποτάξουν το προσωπικό «θέλω» στο συλλογικό. Ό,τι ακούτε τόσην ώρα για τον οκτάμηνο αγώνα μας, μοιάζει, όπως σας είπα στην αρχή, με ένα ταξίδι στην ψυχή με κερί στο χέρι. Κι όμως τα καταφέρνουμε. Κερδίζουμε….
Κερδίζουμε την χαμένη μας αυτοπεποίθηση, όντας υπνωτισμένοι νωρίτερα σε ένα σύστημα αξιών που δεν προήγαγε τις αξίες αλλά το μέσο.
Αλλάξαμε την προοπτική μας ως εργαζόμενοι σε ΜΜΕ. Κατεβήκαμε από το θρόνο του άθικτου δημοσίου και ανακαλύψαμε την κοινωνία, τους ανθρώπους της, τα προβλήματα και τα όνειρα της.
Παντρεύουμε, συμφωνούμε ή διαφωνούμε, το μαρξιστικό όνειρο του ασπρομάλλη γενειοφόρου Καρόλου από το Τρίερ της Πρωσίας με τις φροϋδικές απαντήσεις, τραβώντας από τον καιάδα της ιστορίας την ψυχολογία του υποκειμένου και αναδεικνύοντας τον ρόλο που μπορεί να έχει σε έναν εργασιακό χώρο όπου οι εργαζόμενοι θα αποφασίζουν.
Ξαναταξιδέψαμε, πολλές φορές, χωρίς να το θέλουμε στα νερά της Διαλεκτικής, όπου ο αυθορμητισμός και η οργάνωση δεν είναι δύο ξεχωριστά ή διασπάσιμα πράγματα, αλλά απλώς διαφορετικές στιγμές της ίδιας διαδικασίας, έτσι ώστε το ένα να μην μπορεί να υπάρξει χωρίς το άλλο, καταφέρνοντας μέσα από τις επιγνώσεις αυτές να αναπτύσσουμε την πάλη μας σε ένα υψηλότερο επίπεδο.
Λυτρωθήκαμε από την προσωπική μας κατάθλιψη, μιας και μετατοπίσαμε το κέντρο βάρους της σκέψης μας σε πιο ουσιαστικά προβλήματα, αν θέλετε, δικαιώσαμε τον Ερικ Φρομ, που έλεγε πως στις επαναστάσεις δεν θα βρεις καταθλιπτικούς.
Κερδίζουμε καθημερινά την αγάπη, το σεβασμό της συντριπτικής πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας, που βλέπει στο πρόσωπό μας εκείνη την αήττητη αρμάδα που βάζει φραγμούς στη λαίλαπα που στόχο έχει το ξεδόντιασμα των κοινωνικών παροχών και το ξεπούλημα μιας ολάκερης χώρας σε εργολάβους.
Τη θερινή υπεροψία στο αντίπαλο στρατόπεδο την διαδέχεται πλέον ο πανικός. Οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ μείναμε στις επάλξεις συντροφιά με όλους εκείνους τους τίμιους δημοκράτες που τα βράδια σκεπάζουν τα σώματά τους με καθαρά από τύψεις και εμμονές σεντόνια, όλους εκείνους που ακουμπούν το κεφάλι τους σε μαλακά λευκά μαξιλάρια.
«Τα κόζια άλλαξαν», όπως λέγανε οι άνθρωποι των παλαιών καφενέδων της Θεσσαλονίκης κάθε φορά που η φιγούρα της ντάμας αντάμωνε αυτή του παπά και έβαζε μπουρλότο στο τραπέζι, αλλά εμείς δεν θα πανηγυρίσουμε. Γνωρίζουμε πως η συμμαχία των μπλε ιδεολογικών τέκνων της Μάργκαρετ Θάτσερ με τους πράσινους απογόνους της Βαϊμάρης είναι η χειρότερη, ελεεινότερη και πιο αδίστακτη συμμορία που μπορεί να γεννήσει η ιστορία της ιδεολογίας. Δεν έχουν πει ακόμη την τελευταία τους λέξη. Και λέξη που λέγεται ως τελευταία μπορεί να κρύβει πολύ μίσος και εκδίκηση. Τους περιμένω τα βράδια όταν, ακόμη και τώρα, σχεδόν οκτώ μήνες μετά, ταξιδεύω με τα μάτια κλειστά. Όχι για τις απαντήσεις. Τις ήξερα από παλιά. Κουράγιο ψάχνω να ’βρω για μένα και τους συντρόφους μου. Χθες, λίγο πριν στεγνώσει η μελάνη όλων όσων σας διάβασα, στις φυλακές του Μπέλφαστ πέταξα και φώλιασα στο κελί του BobbySands πρωτοπαλλήκαρου του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού στον αγώνα ενάντια στην ιδεολογική μητέρα του δικού μας πρωθυπουργού. Τη γριά μάγισσα, που, σαν πέθανε, ένας ολόκληρος λαός έστησε γιορτές για το χαμό της στις πλατείες της Γηραιάς Αλβιώνος.
Τον είδα να γράφει ποίηση, σκελετωμένος από την απεργία πείνας, αλλά πιστός στον αγώνα του…. Στέκομαι από πάνω και διαβάζω ταγραπτά του…
There is an inner thing in every man
…………………………………………
It lights the dark of this prison cell.
It thunders forth its might,
It is the undauntable thought, my friend,
that thought that says “I am right”

Μην στενοχωριέστε. Έχω τη μετάφραση. Απλώς, να!!! Να χαρεί λίγο και ο Bobby, που μας ακούει από εκεί ψηλά…

Υπάρχει κάτι το βαθύτερο σε κάθε άνθρωπο.
………………………………………………………..
Κάτι που φωτίζει το σκοτάδι αυτού του κελιού.
Βροντά με μεγάλη δύναμη, καλεί εμπρός,
Είναι η σκέψη φίλε μου, η φοβερή σε δύναμη και θάρρος
αφοσίωση στον αγώνα.
Είναι αυτή η σκέψη που λέει, «έχω δίκιο».
Εμείς που κρατάμε την ΕΡΤ ανοιχτή έχουμε δίκιο, κυρίες και κύριοι.

--------------------------------
Πηγή: ertopen

Τσαρλς Ντίκενς: Ο κριτικός της φτώχειας

Σάββατο, Φεβρουαρίου 08, 2014
Τσαρλς Ντίκενς: Ο κριτικός της φτώχειας
Ο Τσαρλς Ντίκενς - γεννήθηκε σαν σήμερα 7 Φεβρουαρίου του 1812 στο Λάντπορτ του Πόρτσμουθ και πέθανε το 1870 στο Ρότσεστερ, χωρίς να προλάβει να φτάσει τα εξήντα. Σήμερα το έργο του μοιάζει περισσότερο επίκαιρο από ποτέ.

Σε μια εποχή κατά τη διάρκεια της οποίας όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά και ολόκληρη η Ευρώπη, μαζί με την Αμερική, αντιμετωπίζουν μια πρωτοφανή κρίση, με την ανεργία και τις απολύσεις να ανεβαίνουν στα ύψη και τα εισοδήματα των μεσαίων και των κατώτερων τάξεων να συρρικνώνονται με ασυγκράτητο ρυθμό, η ρημαγμένη από την οικονομική εξαθλίωση βικτωριανή Αγγλία, που κυριαρχεί σε όλο το μήκος της μυθιστορηματικής παραγωγής του Ντίκενς, επανακάμπτει εντυπωσιακά στο προσκήνιο, για να υπενθυμίσει μιαν ανυπόφορα βαριά κοινωνική συνθήκη: μια συνθήκη που η ευμάρεια του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα έδειχνε μέχρι και πριν από λίγα μόλις χρόνια πως είχε μπει οριστικά στα αζήτητα της Ιστορίας.

Δουλεύοντας σε εργοστάσιο βερνικιών

Το τέκνο μιας καταχρεωμένης δημοσιοϋπαλληλικής οικογένειας, που σταμάτησε το σχολείο για να δουλέψει σε εργοστάσιο βερνικιών και γνώρισε στο πετσί του τη σκληρότητα της παιδικής εργασίας, υπήρξε ένας από τους σφοδρότερους επικριτές τόσο των κάθετων ταξικών διαιρέσεων της αγγλικής κοινωνίας του 19ου αιώνα, όσο και της τεράστιας φτώχειας την οποία σήμανε για εξαιρετικά μεγάλα τμήματα του πληθυσμού η Βιομηχανική Επανάσταση.

Η φτώχεια καθόρισε τον κόσμο των μυθιστορημάτων του Ντίκενς και αποτυπώθηκε με τον πιο παραστατικό τρόπο στους διάσημους χαρακτήρες του. Από τον Όλιβερ Τουίστ και τον Νίκολας Νίκλεμπι (αμφότερα το 1839), όπου θα αποκαλυφθεί με τα μελανότερα χρώματα η μαύρη καθημερινότητα του Λονδίνου και του Γιορκσάιρ, με ένα σύμπαν βυθισμένο στο έγκλημα και την πορνεία - μολονότι η εικόνα της πόρνης θα απαλλαγεί σε εντυπωσιακό βαθμό από την ηθική και την κοινωνική της απαξίωση - μέχρι τον Ζοφερό Οίκο (1853) και τη Μικρή Ντόρριτ (1857), που θα αποτελέσουν ένα ανάθεμα για τους βικτωριανούς θεσμούς και τη βικτωριανή οικονομία, η μυθιστοριογραφία του Ντίκενς θα είναι η μυθιστοριογραφία των φτωχών, των ανήμπορων και των ξεγυμνωμένων.

Οι εικόνες της αδυναμίας, του ξεπεσμού και του στυγνού προσώπου της εργοδοσίας δεν θα λείψουν και από το κορυφαίο έργο του Ντίκενς, τον Ντέιβιντ Κόπερφιλντ (1850), μια σαφώς αυτοβιογραφική σύνθεση, όπως και τα περισσότερα έργα του, με την οποία θα ανακαλέσει πικρά στιγμιότυπα από τη ζωή του στο εργοστάσιο βερνικιών.

Η φτώχεια ως ηθικό και ψυχολογικό μέγεθος

Πανταχού παρούσα και βασισμένη στην προσωπική του η εμπειρία, η φτώχεια θα απασχολήσει τον Ντίκενς από τη μια ως υλικό ζήτημα και από την άλλη ως καθαρώς ηθικό και ψυχολογικό μέγεθος. Από τη «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» (1843) μέχρι και τα «Δύσκολα χρόνια» (1854) ή τις «Μεγάλες προσδοκίες» (1861), ο Ντίκενς θα μιλήσει για τη φτώχεια μέσω της ανάπτυξης ενός στιβαρού προβληματισμού για τη σημασία και το βάρος του χρήματος στον βίο των ανθρώπων. Θα μιλήσει όχι μόνο για όσους υποφέρουν από την έλλειψή του, αλλά και για όσους το κατέχουν και το διακινούν, καταδικάζοντας τους υπόλοιπου στην περιθωριοποίηση και την απόγνωση.

Στη νουβέλα της «Χριστουγεννιάτικης ιστορίας», που γνώρισε άπειρες εκδοχές στον κινηματογράφο και είναι το γνωστότερο βιβλίο του Ντίκενς, όπως και ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο σπαγγοραμμένος Εμπενίζερ Σκρουτζ, που θα μετατραπεί σε συνώνυμο της εξοντωτικής απροθυμίας και της ολοκληρωτικής μιζέριας, θα δείξει τις βλαβερές συνέπειες του πλούτου σε εύπορους και φτωχούς. Φτωχοί και εύποροι θα βρουν τη χαρά τους μόνο όταν το χρήμα θα βγει από το σφιχτοδεμένο πουγκί, για να φέρει την ευτυχία στο τραπέζι όλων.

Στα «Δύσκολα χρόνια», ο Ντίκενς δεν θα κρύψει την απογοήτευσή του για το όραμα της βιομηχανικής τεχνολογίας, που αντί να διευκολύνει το άνοιγμα του δρόμου για έναν νέο τρόπο ζωής, ικανό να συμπεριλάβει στους κόλπους του τις χειμαζόμενες μάζες, θα μαζέψει το χρήμα στα χέρια των λίγων, χαντακώνοντας κάθε προοπτική και ελπίδα για τα εργατικά στρώματα. Ακόμα και στις Μεγάλες προσδοκίες, που μάλλον ξεφεύγουν από τα όρια του κοινωνικού μυθιστορήματος, ο συγγραφέας θα χτίσει τον κεντρικό του χαρακτήρα με βάση τις επιταγές του χρήματος, όπως τις επιβάλλει η βικτωριανή Αγγλία. Ένας φτωχός νέος, έχει ένα και μοναδικό στόχο: να πλουτίσει σε μια κοινωνία, της οποίας το σύστημα τον αποκλείει.
Ο Ντίκενς μέσα από το έργο του προσπαθεί να κάνει σαφές ότι η φτώχεια δεν αποτελεί προϊόν προσωπικής ανικανότητας, αλλά το χαρακτηριστικό ενός ταξικού καθεστώτος, που οδηγεί συντεταγμένα στην ανισότητα.

---------------------------
Πηγή:tvxs

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014

Provocateur, του Νίκου Βράντση

Κυριακή, Ιανουαρίου 19, 2014
Ξέρετε τι μεγάλο δυστύχημα είναι να μη σου αρέσει η πόλη που αγαπάς; Δυστυχώς εμένα μου συνέβη. Έχει πάψει να μου αρέσει αυτή η πόλη.
Δεν μου αρέσει γιατί όταν πηγαίνω στη βιβλιοθήκη της είμαι μονάχος. Δεν μου αρέσει γιατί βλέπω αποτσίγαρα στους δρόμους πεταμένα, βλέπω τα εκπληκτικά φυσικά της τοπία βεβηλωμένα, βρώμικα.
Δεν μου αρέσει γιατί όποιον δημιουργικό άνθρωπο έχω συναντήσει, μοιάζει απαρηγόρητος, περιθωριοποιημένος και μόνος, βασανισμένος από τους ουγκολίνους, τους κανίβαλους που πίνουν, δίχως να εκτιμούν, την φαιά του ουσία.
Δεν μου αρέσει γιατί βλέπω ανθρώπους υποταγμένους στα συντηρητικά βλέμματα, μιας συντηρητικής κοινωνίας. Ανθρώπους που κυνηγούν τα λάθος πράγματα, για να κερδίσουν την εκτίμηση λάθος ανθρώπων. Δεν μου αρέσει γιατί οι πολιτικοί μας παριάρχες, ζήτησαν ψήφο για την αξιοπρέπεια ενός τίτλου ή μιας θέσης. Αν ξεγυμνώσεις όμως τους ανθρώπους αυτούς απ” όλα τούτα τα αξιώματα, θα δεις ότι πολύ λίγοι θα έχουν την ποιότητα της αξιοπρέπειας που δίνει η ελευθερία του να μην είσαι τίποτα.
Δεν μου αρέσει γιατί ο πολίτης της συνδέει την πολιτική με τους πολιτικούς.
Δεν μου αρέσει γιατί δεν βλέπω ανθρώπους να ονειρεύονται. Και όσοι το έκαναν, έχασαν την σπιρτάδα από τα μάτια τους, γιατί προτίμησαν τη σιωπή από τη μοναξιά.
Δεν μου αρέσει η θλίψη, η μιζέρια που αποπνέει αυτή η πόλη.
Εσύ, αλήθεια, δεν ταυτίζεσαι μαζί μου;
Provocateur, του Νίκου Βράντση
Ίσως είσαι απλά από αυτούς που έπαψαν να μάχονται. Εκείνους τους συμβιβασμένους που από καιρό γνωρίζουν τη θλιβερή κατάσταση μα αρνούνται να την παραδεχτούν, γιατί δεν έχουν επιλογή. Νομίζοντας πως είναι φυλακισμένοι σε μια κόλαση που είναι αδύνατον να αλλάξει, προσπαθούν να σκαρφιστούν τρόπους για ν” αποσπάσουν την προσοχή τους. Αντί να παλέψουν για να αλλάξουν την πόλη αυτή, μεμψιμοιρούν ή απλά μεθούν και ταξιδεύουν σε απραγματοποίητους πόθους και απωθημένα θέλω. Ίσως έπαψες να νοιάζεσαι.
Ίσως είσαι από εκείνους τους δειλούς που αρνούνται να αγκαλιάσουν το νέο, γιατί φοβούνται την κοινωνική κατακραυγή. Γιατί ξέρουν πως ως κομμάτι του παλιού, ίσως δυσκολευθούν να βρουν μια θέση στο καινούριο όταν και αν αυτό εδραιωθεί. Ακόμα και η θέση του μεμψίμοιρου στην πόλη τούτη είναι μια θέση. Μια θέση, θα έλεγα, που έχει και μια αίγλη, διότι δίνει την εντύπωση πως ο αρνητισμός κρύβει και μια αντιπρόταση, η οποία όμως στην ουσία δεν υπάρχει. Στην πραγματικότητα η θέση σου είναι μια θέση δειλίας. Η δειλία της απάθειας. Διότι αν πάψει να υπάρχει αυτό για το οποίο παραπονιέσαι, θα χάσεις την ταυτότητά σου, θα χάσεις αυτό που σου δίνει νόημα.
Εκτός αν είναι από κείνους που γνωρίζουν το κενό τους, μα δεν ξέρουν πώς να το γεμίσουν. Σε σένα χρειάζεται ένας στόχος, και μια πελώρια προσπάθεια ώστε να σε κάνουμε να πιστέψεις στον εαυτό σου, να πιστέψεις πως είσαι ικανός να αλλάξεις, έστω λίγο, τα πράγματα. Αρκεί να προσπαθήσεις.
Ίσως είσαι από αυτούς που συνεχίζουν μονάχοι, μια μάχη σιωπηλή. Μα η μάχη που δίνεις είναι για να διατηρήσεις το όνειρό σου, τον πόθο σου και την σπιρτάδα στο δικό σου βλέμμα. Έπαψες να μάχεσαι για μια αλλαγή συλλογική. Μετά από κάθε προσπάθεια συνάντησες την αδιαφορία, την προδοσία. Και πληγώθηκες. Οπισθοχώρησες στον προσωπικό, ιδιωτικό σου χώρο, για να τον σώσεις από τη φθορά. Εσύ σίγουρα τώρα που με διαβάζεις στο ζεστό, μοναχικό και ασφαλή σου χώρο, νιώθεις μια φλόγα που ανάβει στα σωθικά σου, κατανοώντας πως υπάρχουν και άλλοι σαν εσένα, και αναζητάς τώρα τρόπο να τους συναντήσεις για να σκαρφιστείτε μαζί τα παιχνιδίσματα που θα μπορούσαν να απελευθερώσουν την οργισμένη δημιουργία που συσσωρεύατε στην σιωπή της ιδιώτευσης.
Η μικρή εσωστρεφής μας πόλη είναι μια πόλη σκληρή. Πολύ σκληρή. Μια πόλη αυτάρεσκη και αλαζονική, που εγκλωβισμένη στο μικρόκοσμό της, νομίζει πως είναι ξεχωριστή. Δυστυχώς κάνει λάθος. Για να γίνει μια πόλη ξεχωριστή πρέπει να παλέψει. Και πάει καιρός που η πόλη αυτή έχει παρατήσει τα όπλα. Πάει καιρός που η πόλη αυτή έχει παραδοθεί, διολισθαίνοντας σε μονοπάτια που πολύ εύγλωττα απεικόνισε ο Λάνθιμος στον Κυνόδοντά του.
Ζητούνται, λοιπόν, επικίνδυνοι άνθρωποι, να ταράξουν την σιωπή. Ζητούνται άνθρωποι να βάλουν ένα μεγάλο στοίχημα. Να δώσουν μια μάχη ενάντια σε συντηρητικούς «ηγέτες» και συντηρητικούς πολίτες. Ενάντια σε μια βαθιά θεμελιωμένη λογική.
Επικίνδυνοι, ανικανοποίητοι με την υπάρχουσα σήψη και παρακμή, ονειροπόλοι, θρασύτατοι και αλλόφρονες, των οποίων η ψυχή και η σκέψη βράζει. Αυτούς έχει ανάγκη η πόλη. Αυτοί πρέπει να δώσουν το παρόν. Απ” τους υπόλοιπους ζητώ απλά να μην σταθούν εμπόδιο.
(Το κείμενο ταιριάζει γάντι και για τη δική μας πόλη, το Βόλο, ή την όποια μικρή - μεγάλη πόλη του αναγνώστη. Πλήρης στασιμότης, ιδιώτευση και απογοήτευση. Φοβία, συντήρηση, απαξία και παθητικότητα. Έρχονται δημοτικές εκλογές και δεν κουνιέται φύλλο. Μέχρι και το όνομα του... Μπέου -άκουσον άκουσον- ακούγεται για υποψήφιος Δήμαρχος!. Που είναι λοιπόν τα σπινθηροβόλα πνεύματα, που είναι (έστω) η ανατρεπτική αριστερά..."Ζητούνται, λοιπόν, επικίνδυνοι άνθρωποι, να ταράξουν την σιωπή. Ζητούνται άνθρωποι να βάλουν ένα μεγάλο στοίχημα. Να δώσουν μια μάχη ενάντια σε συντηρητικούς «ηγέτες» και συντηρητικούς πολίτες. Ενάντια σε μια βαθιά θεμελιωμένη λογική.")
---------------------------------------

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

Ποιος ήταν μορφωμένος άνθρωπος για τον Σωκράτη;

Τετάρτη, Ιανουαρίου 15, 2014
Ποιος ήταν μορφωμένος άνθρωπος για τον Σωκράτη;
Όταν ρωτήσανε τον Σωκράτη να τους δώσει τον ορισμό του μορφωμένου ανθρώπου, δεν ανέφερε τίποτε για την συσσώρευση γνώσεων.

«Η μόρφωση είπε, είναι θέμα συμπεριφοράς... Ποιους ανθρώπους λοιπόν θεωρώ μορφωμένους;

1. Πρώτα απ'όλους αυτούς που ελέγχουν δυσάρεστες καταστάσεις, αντί να ελέγχονται από αυτές

2. Αυτούς που αντιμετωπίζουν όλα τα γεγονότα με γενναιότητα και λογική...

3. Αυτούς που είναι έντιμοι σε όλες τους τις συνδιαλλαγές...

4. Αυτούς που αντιμετωπίζουν γεγονότα δυσάρεστα και ανθρώπους αντιπαθείς καλοπροαίρετα...

5. Αυτούς που ελέγχουν τις απολαύσεις τους...

6. Αυτούς που δεν νικήθηκαν από τις ατυχίες και τις αποτυχίες τους...

7. Τελικά αυτούς που δεν έχουν φθαρεί από τις επιτυχίες και την δόξα τους...»

Τελικά, μήπως η μόρφωση δεν είναι τόσο θέμα πανεπιστημίων όσο.. παιδείας...

Και η παιδεία μεταλαμπαδεύεται κυρίως στα παιδικά χρόνια, από την οικογένεια, τις κοινωνικές συναναστροφές, το σχολείο και ότι άλλο μαθαίνει το παιδί...

Μόρφωση είναι να ξέρεις να χειρίζεσαι ανόμοιες καταστάσεις, να γίνεσαι σοφότερος και να μπορείς να διαχειρίζεσαι τα πάθη σου...

Αλλά ας μείνουμε σε αυτά που είπε ο Σωκράτης, προς το παρόν...


-------------------------------

Ο ανεύθυνος συγγραφέας - Η πολιτική στον δημόσιο λόγο των λογοτεχνών Του Άρη Μαραγκόπουλου

Τετάρτη, Ιανουαρίου 15, 2014
Άρης Μαραγκόπουλος
Σε πρόσφατο άρθρο της στο διαδικτυακό περιοδικό Ο Αναγνώστης η πανεπιστημιακός Βενετία Αποστολίδου με αφορμή πρόσφατη συνέντευξη του Τζόναθαν Κόου1 συγκρίνει τους Βρετανούς με τους Έλληνες συγγραφείς, κρίνοντας ως ασυμβίβαστη με τη λογοτεχνία την παράδοση που θέλει να απαιτούμε από τους συγγραφείς μας να παίρνουν θέση απέναντι στα τρέχοντα γεγονότα.

Υπάρχουν πολλές αστοχίες σε αυτό το άρθρο. Η πρώτη αγγίζει τον πραγματολογικό πυρήνα του θέματος. Δεν υπάρχει συγγραφέας στον κόσμο που να αξίζει αυτό το όνομα, και ουδέποτε υπήρξε, ο οποίος δεν πήρε θέση για το α΄ ή β΄ κοινωνικό ζήτημα της εποχής του. Οι συγγραφείς είναι οι κεραίες της εποχής τους. Κάποιες από αυτές τις κεραίες αντιδρούν έντονα, άλλες ηπιότερα, ορισμένες προς τα «δεξιά», άλλες προς τα «αριστερά», όλες όμως (αντ)αποκρίνονται στην εποχή τους με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μέσα και έξω από το έργο τους. (Αυτό άλλωστε, για όποιον έχει διαβάσει το έργο του, κάνει και ο Τζόναθαν Κόου – αν τώρα αυτό γίνεται λιγότερο ή περισσότερο πειστικά για τον αναγνώστη, αυτό είναι άλλης τάξεως θέμα.)

Ειδικά ο αγγλοσαξονικός κόσμος έχει παράδοση σ’ αυτή τη συνήθεια ήδη από τα χρόνια του Σαίξπηρ αλλά και των Ντάνιελ Ντιφόου, Τζόναθαν Σουίφτ, Λώρενς Στερν, περνώντας από τα χρόνια του Έλιοτ και της Γουλφ, του Ώστεν, του Όργουελ, του Σω, του Ράσσελ, του Πίντερ (για να αναφέρω πρόχειρα μερικά ονόματα) έως τη σύγχρονή μας γενιά των νέων Αγγλοσαξόνων συγγραφέων (Ντέηβιντ Μίτσελ, Άλι Σμιθ, Tζούλιαν Γκάουφ κ.ά). Οι συγγραφείς ανέκαθεν (δείτε τι γινόταν και στην αρχαία Ελλάδα) εξέφραζαν το πολιτικό στίγμα της εποχής τους, με τόλμη και, συχνότατα, με πάθος.2

Η δεύτερη αστοχία της συγγραφέως του άρθρου είναι επίσης αστοχία ουσίας, αφού σχετίζεται με την ίδια την έννοια της λογοτεχνίας, της τέχνης του λόγου. Το κείμενό της κάνει συνεχώς λόγο για «ιστορίες», αποφεύγει συστηματικά τον όρο λογοτεχνία. Η παγκόσμια λογοτεχνία περιλαμβάνει κάποιες συναρπαστικές ιστορίες, αλλά όλες οι ιστορίες δεν είναι λογοτεχνία, είναι απλώς stories, πιο σωστά, pastimes, passatempo. Oι συγγραφείς της λογοτεχνίας στέκονται πάντα με ένα αίσθημα ευθύνης απέναντι στα κοινωνικά ζητήματα που άπτονται του θέματός τους, οι άλλοι, αυτοί που απλώς αφηγούνται μια ιστορία «passatempo», δεν έχουν την ίδια στάση, είναι φυσικό αφού δουλειά τους είναι απλώς, όπως το θέτει ο Κόου, «να ζούνε γράφοντας ιστορίες» και τίποτε άλλο. Αλλά μην εξισώνουμε τη λογοτεχνία με τα παραμύθια επειδή αυτό φαίνεται να βολεύει τον εκ πεποιθήσεως συντηρητικό Κόου.3 Το κυριότερο: μη βγάζουμε συμπεράσματα για τη λογοτεχνία ενώ μιλάμε για παραμύθια.

Τρίτη και σημαντικότατη αστοχία στην ανάγνωση αυτής της βρετανικής δήλωσης: δεν είμαστε Αγγλία (ούτε καν «μικρά»). Δεν έχουμε την παραμικρή σχέση με τον αγγλοσαξονικό χώρο, τόσο ως προς τη λογοτεχνική παράδοση όσο και ως προς τη σύγχρονη μεταβιομηχανική «παραγωγή λογοτεχνικών ιστοριών». Να συγκρινόμαστε, ειδικά σήμερα, με την Αγγλία είναι σαν να συγκρίνουμε την αποικία με τη μητρόπολη. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια ο Κούντερα έχει επαρκώς εξηγήσει το πρόβλημα των μικρών εθνών και της λογοτεχνίας τους:

Τα μικρά έθνη. Η έννοια αυτή δεν είναι ποσοτική· προσδιορίζει μια κατάσταση· ένα πεπρωμένο: τα μικρά έθνη δεν γνωρίζουν την ευφρόσυνη αίσθηση ότι υπάρχουν ανέκαθεν και για πάντα· όλα τους, σε κάποια στιγμή της ιστορίας τους, πέρασαν από τον προθάλαμο του θανάτου· αντιμέτωπα πάντοτε με την αλαζονική άγνοια των μεγάλων, βλέπουν την ύπαρξή τους να απειλείται ή να αντιμετωπίζεται αιωνίως σαν πρόβλημα· γιατί η ύπαρξή τους είναι πρόβλημα.

[…]

Όταν ο Νίτσε χτυπάει αλύπητα τον χαρακτήρα των Γερμανών, όταν ο Σταντάλ διακηρύσσει ότι προτιμάει περισσότερο την Ιταλία παρά την πατρίδα του, κανένας Γερμανός, κανένας Γάλλος δεν προσβάλλεται· αν τολμούσε να πει το ίδιο ένας Έλληνας ή ένας Τσέχος, η οικογένειά του θα τον αναθεμάτιζε σαν μισητό προδότη.4

Ο Κούντερα έχει γνωρίσει από πρώτο χέρι τον εγκλωβισμό που υφίσταται μια λογοτεχνία σε γλώσσα μικρής διάδοσης: όλα, τα πάντα, από τους ντόπιους κριτικούς έως τους ξένους αναγνώστες, συνωμοτούν σε βάρος της, πιο απλά δεν μπορούν να τη διαβάσουν παρά φυλακισμένη μέσα στο, σε διαρκή υπαρξιακή αγωνία, εθνικό μικροπλαίσιο – και αυτό κάνει, με τον τρόπο της, και η συγγραφέας του άρθρου αφού από την αγγλοσαξονική απόσταση εύκολα λιθοβολεί την ελληνική συνήθεια. (Αντιθέτως, θα ήταν πολύ πιο ωφέλιμο να διαπιστώσει κανείς ποιες εντόπιες φωνές, και με ποιον τρόπο, αγωνίζονται μέσα σ' αυτό το ασφυκτικό μικροπλαίσιο να αρθρώσουν λόγο απέναντι στην πατερναλιστική αλαζονεία της λογοτεχνικής μητρόπολης).

Αυτή είναι η κατάρα κάποτε όμως και η ομορφιά της γλώσσας με μικρή διάδοση, ειδικά στους καιρούς μας: δύσκολα θα μετατραπεί σε εμπορεύσιμο εξαγώγιμο προϊόν (εκτός εάν επενδυθεί με φολκλορικό –βλ. περίπτωση Καζαντζάκη– ή άλλου τύπου πολιτισμικό μανδύα – βλ. περίπτωση Καβάφη) και άρα, σε αναλώσιμο προϊόν, δηλαδή σε ιστορίες που, όπως γράφει πάλι ο Κούντερα, είναι κατά κανόνα parfaitement consommables le matin parfaitement jettables le soir.5 Η λογοτεχνική κληρονομιά αυτής της γλώσσας θα υπάρχει πάντα ως πολύτιμος λίθος για όποιον διασταυρωθεί μαζί της.

Αν επομένως, δίχως μικρομεγαλισμούς και συγκρίσεις με την καπιταλιστική μητρόπολη, αποδεχτούμε την ταυτότητά μας ως αυτή που είναι, δηλαδή εν διαρκή κινδύνω, εκ των πραγμάτων θα αποδεχτούμε και τον ρόλο που αναλαμβάνει ο συγγραφέας της λογοτεχνίας: έναν ρόλο όχι απλώς παραμυθά αλλά ρόλο ευθύνης ως προς τα παραμύθια που κατά κόρον σερβίρονται σε έναν λαό παραμυθιασμένο από κάθε λογής ψέμα, καταπτοημένο από κάθε είδους συκοφαντία και βαθιά ντροπιασμένο από τα διαδοχικά χαστούκια που του ρίχνουν για να τον φέρουν αιωνίως στο «ύψος της πολιτισμένης Ευρώπης».

Και ναι, έχουμε περισσότερο από ποτέ ανάγκη συγγραφείς όπως ο Αναγνωστάκης, ο Τσίρκας, ο Αλεξάνδρου, ο Χατζής. Κι αν άλλαξαν, όπως η Βενετία Αποστολίδου υποστηρίζει ως τετελεσμένο γεγονός, οι «συνθήκες παραγωγής των ιστοριών», οι συγγραφείς που ακόμα τολμούν να γράφουν λογοτεχνία και όχι ιστοριούλες, οι συγγραφείς που δεν νοιάζονται μόνον να παραμυθιάζουν ή να διασκεδάζουν τις αγωνίες του κόσμου, είναι και θα είναι πάντα σε θέση να ανατρέπουν αυτές τις συνθήκες. Αυτό είναι άλλωστε που κάνει τη δουλειά τους ακόμα πιο συναρπαστική και γοητευτική, πάντα την έκανε.

Η πολιτική στον δημόσιο λόγο των λογοτεχνών.
Σχόλιο σε άρθρο της Βενετίας Αποστολίδου

Άρης Μαραγκόπουλος


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Ο Τζόναθαν Κόου, σε συνέντευξη που έδωσε στη Μαριλένα Αστραπέλλου (Το Βήμα, 1.12.13) με την αφορμή της πρόσφατης επίσκεψής του στην Ελλάδα, είπε: «Γιατί να ρωτήσεις έναν συγγραφέα, κάποιον που ζει επινοώντας ιστορίες, για την τρέχουσα πολιτική κατάσταση, περιμένοντας από αυτόν να διατυπώσει μια λύση; Εάν ήμασταν ικανοί να επιλύσουμε προβλήματα πολιτικής φύσεως, θα ήταν πολύ ανεύθυνο από μέρους μας να σπαταλάμε όλον αυτόν τον χρόνο γράφοντας ιστορίες. Μάλλον θα έπρεπε να βρισκόμαστε στο Κοινοβούλιο ή να κατέχουμε κάποιο δημόσιο αξίωμα». Η ειρωνεία του πράγματος σ’ αυτή την απάντηση βρίσκεται στο ότι αναπαράγεται παντού δίχως σχόλια. Ενώ θα έπρεπε, αφού προέρχεται από έναν συγγραφέα που η πολιτική του σάτιρα σταθερά περιστρέφεται γύρω από την τρέχουσα πολιτική κατάσταση της χώρας του…
2. Εξυπακούεται ότι εδώ κάνουμε λόγο για πολιτική στάση των συγγραφέων, με την ουσιαστική έννοια του όρου, όχι για μικροπολιτικές ή κομματικές εκδηλώσεις και παρεμβάσεις.
3. Αφήστε που, όταν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, προσθέτοντας μάλιστα ότι η πολιτική αφορά αποκλειστικά τους πολιτικούς, ουσιαστικά παίρνει μια σαφέστατη και γνωστότατη πολιτική θέση: οι συγγραφείς, οι καλλιτέχνες γενικώς, είναι απλώς διασκεδαστές, αφήστε τους να κάνουν τη δουλειά που ξέρουν. Το ίδιο ισχύει και για τους υδραυλικούς, για τους φουρνάρηδες κ.ο.κ. Τελικό συμπέρασμα: αφού η πολιτική δεν αποτελεί ευθύνη των πολιτών παρά μόνο των πολιτικών, μην αντιδράτε, μη διαμαρτύρεστε κλπ. κλπ.!
4. Μίλαν Κούντερα, Οι προδομένες διαθήκες, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1995, σ. 212-213.
5. «Τις καταναλώνεις θαυμάσια το πρωί και τις πετάς θαυμάσια το βράδυ», Κούντερα, ό.π., σ. 27.




-------------------------------
Πηγή:chronosmag
 

Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2014

Η διολίσθηση των δημοκρατιών στον ολοκληρωτισμό Του Στέλιου Ελληνιάδη

Σάββατο, Ιανουαρίου 11, 2014
Η διολίσθηση των δημοκρατιών στον ολοκληρωτισμό Του Στέλιου Ελληνιάδη
Όλοι οι ακραίοι που χρόνια τώρα μιλούν για παγκόσμια φασιστική δημοκρατία, γίνονται μέινστριμ.
Τίποτα δεν φαίνεται πια σαν κατασκεύασμα της νοσηρής φαντασίας τους. Σε λίγο, το 1984 του Όργουελ θα υπάρχει μόνο στις παιδικές βιβλιοθήκες. Και η ταινία Οι ζωές των άλλων, που περιγράφει την παρακολούθηση των αντιφρονούντων στην Ανατολική Γερμανία, φαίνεται κιόλας σαν παρωχημένη αστυνομική νουβέλα.

Αυτό που έχουν στήσει οι Αμερικάνοι, καθιστά κάθε δικτατορικό καθεστώς ανάξιο κριτικής. Ενώ πολλοί πίστεψαν ότι με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, τη στροφή της Κίνας και τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, θα ανθίσει η δημοκρατία και θα διευρυνθούν τα πολιτικά δικαιώματα, διαπιστώνουν με απογοήτευση και τρόμο ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: η κατάσταση εκτραχηλίζεται σε ασύλληπτη έκταση. 

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Έντουαρντ Σνόουντεν, υπάλληλος της CIA, που διέφυγε παίρνοντας μαζί του φακέλους για το τέρας που κατασκευάζει η Αμερική, ανακηρύχτηκε από το περιοδικό Time σαν η δεύτερη σημαντικότερη προσωπικότητα του 2013, μετά τον Πάπα. Για την αποκάλυψη μιας αφανούς τρομακτικής πραγματικότητας που δεν έχει αμφισβητηθεί ως πλαστή ή ψευδής. Και χάρη στη σύμπραξη εφημερίδων σαν την The Guardian, δεν θάφτηκε εν τη γενέσει της. Ούτε πρόλαβαν οι μηχανισμοί να συλλάβουν, να απαγάγουν ή να δολοφονήσουν τον Σνόουντεν, όπως φάνηκε από τη δήλωση του διευθυντή του FBI Robert Mueller που συντονίζει την καταδίωξή του. Είναι πρωτοφανές, ότι υποχρέωσαν το αεροπλάνο που μετέφερε τον πρόεδρο της Βολιβίας Έβο Μοράλες, να κάνει αναγκαστική προσγείωση σε άλλη χώρα, επειδή υπήρχε μια φήμη ότι μπορεί να ταξίδευε μαζί του ο Σνόουντεν!
Μαζική παρακολούθηση
Οι κοινωνίες ακόμα δεν έχουν συνειδητοποιήσει περί τίνος πρόκειται, γιατί δύσκολα μπορεί να σηκώσει το βάρος των συνεπειών η πολιτική νοημοσύνη του χειραγωγημένου πολίτη. 

Συνοπτικά, το σχέδιό τους επιδιώκει να παρακολουθούνται οι πάντες, παγκοσμίως. Όχι μόνο οι κακοποιοί και οι ύποπτοι για εγκληματική δράση, ούτε μόνο οι κυβερνήσεις και οι στρατοί των εχθρικών κρατών. Οι πάντες. Κι ο αγρότης σε ένα ακριτικό χωριό και το νήπιο που φοράει μπίπερ σε ένα παιδικό σταθμό!

Παρακολουθήσεις γίνονταν ανέκαθεν. Τοποθετούσαν «κοριούς» σε σπίτια και γραφεία. «Άκουγαν» τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, άνοιγαν ταχυδρομικές επιστολές, κρατούσαν φακέλους και, σε ειδικές περιπτώσεις, παρακολουθούσαν κατά πόδας τους ταραχοποιούς. Στα δημοκρατικά καθεστώτα, αυτά αφορούσαν πολίτες που είχαν πάρε-δώσε με το νόμο και γίνονταν υπό την εποπτεία των δικαστικών αρχών. Οι παραβιάσεις του νομικού πλαισίου και των δικαιωμάτων των πολιτών, δεν ήταν καθόλου σπάνιες, αλλά συνήθως δεν επεκτείνονταν πέρα από τους «συνήθεις» υπόπτους. Ο απλός πολίτης αισθανόταν ότι ο ιδιωτικός του χώρος προστατευόταν από τους νόμους και δεν ήταν άνευ αιτίας προσπελάσιμος από τις αρχές.

Το περιοδικό Time (23 Δεκ. 2013), με στοιχεία που έδωσε ο Σνόουντεν, αναφορές στελεχών των μυστικών υπηρεσιών και εκθέσεις ερευνητικών φορέων, που δεν είναι απόρρητες, χαρτογράφησε το πλάνο της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας (NSA). Σε ένα συγκρότημα που απλώνεται σε 20.000 στρέμματα, στη Γιούτα, «η NSA συγκεντρώνει πληροφορίες από όλες τις γωνίες των συστημάτων επικοινωνίας του κόσμου». 

Μέχρι να δημοσιοποιηθούν τα ντοκουμέντα του Σνόουντεν, ο διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών James Clapper και ο διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας Keith Alexander, διαβεβαίωναν τους γερουσιαστές ότι οι Αμερικανοί πολίτες δεν παρακολουθούνται μαζικά. Δηλώσεις που αργότερα αναγκάστηκαν να ανασκευάσουν.
Παγκόσμιο μάτι
«Σαν γενικός κανόνας, ακόμα απαιτείται δικαστικό ένταλμα για την παρακολούθηση των τηλεφωνημάτων και ηλεκτρονικών ταχυδρομείων», γράφει ο Michael Sherer. Με τον Πατριωτικό Νόμο (Patriot Act) του 2001, επιτρέπεται η μυστική παρακολούθηση υπόπτων για τρομοκρατικές ενέργειες που αποφασίζονται από κυβερνητικές υπηρεσίες και όχι από δικαστικές αρχές. Τώρα, όμως, παρακολουθούν όλες τις επικοινωνίες σε όλο τον κόσμο. 

«Οι Αμερικάνοι σε συνεργασία με τους Βρετανούς χρησιμοποιούν ψεύτικους λογαριασμούς του LinkedIn προκειμένου να εγκαταστήσουν ιούς στους υπολογιστές ξένων εταιριών τηλεπικοινωνιών. Επίσης, η NSA παρακολουθεί τις διπλωματικές αποστολές των άλλων χωρών στους διεθνείς οργανισμούς, ακόμα και τους αρχηγούς των συμμαχικών της κρατών», όπως της Γαλλίας και της Γερμανίας!

Η NSA συνεργάζεται με τις μεγάλες αμερικάνικες εταιρίες επικοινωνιών, όπως οι Yahoo και Google, για να παίρνει το υλικό που διακινείται μέσω του διαδικτύου. Η δημοσιοποίηση της συνεργασίας ανάγκασε οκτώ από τις μεγαλύτερες εταιρίες (Apple, Microsoft, Google, Facebook κ.ά.) να ζητήσουν από την αμερικάνικη κυβέρνηση να περιοριστεί στη συγκέντρωση στοιχείων μόνο κάποιων χρηστών που καλύπτεται από τη νομοθεσία.

Ορισμένες χώρες παίρνουν μέτρα προστασίας των δικτύων και των χρηστών τους. Η δημιουργία κινεζικών μέσων αναζήτησης και κοινωνικής δικτύωσης, όπως η Weibo, αποδόθηκε από τους δυτικούς στην πρόθεση των αρχών να ασκούν έλεγχο στους χρήστες, ενώ ο βασικός λόγος δημιουργίας τους είναι η παρεμπόδιση διείσδυσης των αμερικανικών υπηρεσιών κατασκοπείας στο κινέζικο κράτος, τη βιομηχανία και την κοινωνία. Κάτι αντίστοιχο προσπαθεί να κάνει η Ρωσία και το Ιράν. Είναι γνωστή η ζημιά που προκάλεσε στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν ο «ιός» που διοχέτευσαν οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Στην Ινδία, οι αρχές μελετούν το ενδεχόμενο να απαγορεύσουν στους δημόσιους υπάλληλους να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά ταχυδρομεία που οι πάροχοί τους βρίσκονται στην Αμερική. Ακόμα και να χρησιμοποιούν υπολογιστές αμερικανικής κατασκευής, όπως φάνηκε από τις σχετικές δηλώσεις ανησυχίας υψηλόβαθμου στελέχους της Cisco Systems. Στην Κίνα, παρακολουθούν τα κινέζικα πανεπιστήμια, ενώ για αντιπερισπασμό εμποδίζουν τα προϊόντα μιας κινέζικης εταιρίας να κυκλοφορήσουν στις ΗΠΑ με το αιτιολογικό ότι οι Κινέζοι θα παρακολουθούσαν τους Αμερικάνους.
Πρόεδροι υπό επιτήρηση
Είναι τόσο πολύ χειραγωγημένος ο μέσος Αμερικάνος, που στο όνομα της ελευθερίας αποδέχεται και επικροτεί τις πιο ανελεύθερες πολιτικές. Εν τούτοις, η πλατιά γνωστοποίηση του γεγονότος ότι παρακολουθούνται όλοι, κλόνισε την όποια εμπιστοσύνη έχει στο κράτος και την κυβέρνησή του. Παρ’ όλο που ένα πολύ σημαντικό ποσοστό Αμερικάνων συναινούν στις παρακολουθήσεις προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος τρομοκρατικών χτυπημάτων που καλλιεργείται συστηματικά από τους μηχανισμούς προπαγάνδας, οι περισσότεροι νέοι εκφράζουν την αντίθεσή τους.

Το πολιτικό κατεστημένο αντιδρά πολύ χλιαρά. Τον περασμένο Ιούλιο, δεν πέρασε από τη Βουλή νομοσχέδιο που πρότεινε ο βουλευτής Justin Amash για περιορισμούς και περισσότερες δικαστικές εγγυήσεις στις μαζικές παρακολουθήσεις. Και εκκρεμεί από τον Οκτώβριο, το νομοσχέδιο «Νόμος Ελευθερίας» (Freedom Act), που θέτει κάποια όρια στις παρακολουθήσεις, εννοείται μόνο των Αμερικάνων. Γιατί το αμερικάνικο Σύνταγμα προστατεύει μόνο τους Αμερικανούς πολίτες. Οι ξένοι, απλοί πολίτες έως και πρόεδροι και πρωθυπουργοί, είναι εκτός προστασίας.

Η πρόεδρος της Βραζιλίας Dilma Rousseff ακύρωσε μια επίσκεψή της στο Λευκό Οίκο, μετά τις αποκαλύψεις ότι οι Αμερικάνοι παρακολουθούν την ίδια και βραζιλιάνικες εταιρίες ενέργειας. Σύμφωνα με τη Le Monde, οι Αμερικάνοι παρακολουθούν τη γαλλική πρεσβεία και τη γαλλική διπλωματική αποστολή στις ΗΠΑ. Η Ισπανία ανακάλεσε προσωρινά τον πρέσβη της στην Ουάσιγκτον μετά τη δημοσιοποίηση ότι οι Αμερικάνοι παρακολουθούν Ισπανούς πολίτες στην Ισπανία. Οι Γερμανοί γκρίνιαξαν. Οι Βρετανοί, φουλ συνένοχοι, σιώπησαν. Και οι Αυστραλοί, σταθεροί στην υπηρεσία των ΗΠΑ, βοηθούν στην παρακολούθηση της Κίνας και άλλων ασιατικών χωρών. Η Washington Post έγραψε ότι Αμερικάνοι και Βρετανοί υποκλέπτουν τα στοιχεία που διακινούνται μέσω οπτικών ινών από τους σέρβερ της Google και της Yahoo. Επίσης, ότι η NSA συγκεντρώνει τις «κινήσεις» ΠΕΝΤΕ (5) δισεκατομμυρίων τηλεφωνημάτων ΗΜΕΡΗΣΙΩΣ! «6,4 εκατομμύρια λίτρα νερό χρειάζονται κάθε μέρα για να κρατούν κρύους τους σέρβερ των υπολογιστών στη Γιούτα»! Επίσης, υποκλέπτονται τα στοιχεία που διακινούνται μέσω διεθνών καλωδιακών δικτύων και δορυφορικών συστημάτων. Όλες οι λίστες, εκατοντάδες εκατομμύρια, στα κινητά τηλέφωνα και όλοι οι «φίλοι» στο facebook αντιγράφονται και αποθηκεύονται. «Το πρόγραμμα Dishfire ρουφάει όλα τα μηνύματα των κινητών τηλεφώνων και το Tracfin, όλες τις συναλλαγές που γίνονται με πιστωτικές κάρτες.» Πολλά άλλα προγράμματα, όπως τα Prism, Mainway, Bullrun, XKeyscore κ.λπ., παρακολουθούν τις ξένες μυστικές υπηρεσίες, τα ραντάρ, τις μεγάλες βιομηχανίες, τα πανεπιστήμια και άλλους φορείς και υπηρεσίες σε όλο τον κόσμο. Το περιοδικό Der Spiegel έκανε γνωστό πως οι παρακολουθήσεις των τηλεφωνημάτων της Μέρκελ έγιναν από το «σταθμό» που είναι εγκαταστημένος στην αμερικάνικη πρεσβεία στο Βερολίνο. Παρόμοιοι «σταθμοί» λειτουργούν σε 80 πρεσβείες των ΗΠΑ, για να θυμηθούμε και την έρευνα για το βανάκι που παρακολουθούσε τα τηλέφωνα του πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή, και μπήκε βιαστικά στο αρχείο.

Η NSA συνεργάζεται και με ξένες εταιρίες για να της δίνουν πρόσβαση στα στοιχεία που διακινούν. Και πληρώνει, όπως και η CIA η οποία, σύμφωνα με δημοσίευμα της The New York Times, καταβάλλει 10 εκατ. δολάρια στην ΑΤ&Τ, ετησίως, για να παίρνει τα αρχεία των πελατών της.
Ολοκληρωτική καταγραφή
«Το κινητό τηλέφωνο μέσα στην τσέπη καταγράφει όλες τις κινήσεις μας και αποθηκεύει τις πληροφορίες μέσω της παρόχου εταιρίας. Η ηλεκτρονική αλληλογραφία, τα e-mail μας, και τα μηνύματα sms, που χαρτογραφούν τις κοινωνικές μας σχέσεις και καταγράφουν τις σκέψεις μας», δεν είναι τα μόνα που υποκλέπτονται από την NSA. Καταγράφονται επίσης «οι αγορές μέσω πιστωτικών καρτών που δείχνουν τις αγοραστικές μας συνήθειες και όλες οι τραπεζικές μας πράξεις. Οι κάρτες μετρό και λεωφορείων και τα εισιτήρια πλοίων και αεροπλάνων που δείχνουν τους προορισμούς μας. Οι αναζητήσεις που κάνουμε στον υπολογιστή μας μπορούν να αποκαλύψουν τις βαθύτερες επιθυμίες μας περισσότερο και από μια εξομολόγηση σε ένα φίλο.»

Με την εξέλιξη της τεχνολογίας, οι τεχνητές βαλβίδες στην καρδιά, οι ψηφιακοί καταμετρητές της πίεσης και των σφυγμών, οι κάμερες με αναγνώριση και ταυτοποίηση χαρακτηριστικών, οι «έξυπνοι» θερμοστάτες και φωτοστάτες, που δείχνουν πότε πάμε για ύπνο, οι φωτογραφίες που με την ψηφιακή μας κάμερα και όλα τα apps, οι εφαρμογές στα τηλέφωνα, υφαρπάζονται και αναλύονται από την NSA, η οποία αποτελεί ένα «μυστικό αμερικάνικο κράτος εθνικής ασφάλειας, με προϋπολογισμό 52,6 δισεκατομμύρια δολάρια και 30 χιλιάδες υπαλλήλους», χώρια από τη CIA, το FBI κ.λπ. Η NSA «συγκεντρώνει το υλικό ολόκληρων λαών που περιλαμβάνει ιστορικά στοιχεία τα οποία ανασυνθέτουν τις ζωές των ατόμων πολύ πριν κάποιοι απ’ αυτούς καταστούν ύποπτοι».

Είναι πέρα για πέρα ηρωική η αντίσταση ανθρώπων σαν τον Bradley Manning, τον στρατιώτη που έφαγε 35 χρόνια φυλακή γιατί αποκάλυψε αμερικανικά εγκλήματα στο Ιράκ, τον Julian Asange του Wikileaks, που είναι «φυλακισμένος» στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο, τον Gottfrid Svartholm συνιδρυτή του Pirate Bay, που εξέδωσε η Σουηδία στη Δανία, τον Edward Snowden, που ζει στη Ρωσία με άσυλο για ένα χρόνο, τον Thomas Drake, που ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα σαν κατάσκοπος επειδή έδωσε στοιχεία στην εφημερίδα Sun της Βαλτιμόρης για τις παράνομες δραστηριότητες της NSA, και πολλών άλλων πολιτών που παλεύουν για να αποκαλύψουν πλήρως τη διολίσθηση των αστικών δημοκρατιών στον ολοκληρωτισμό.

Γιατί, όπως αναρωτιέται και ο Michael Sherer, «τι θα διαφοροποιεί τις δημοκρατικές κυβερνήσεις από τις απολυταρχικές σε μια εποχή μαζικών παρακολουθήσεων;».
(Τα στοιχεία αντλήθηκαν από The Guardian, Le Monde, Washington Post, The New York Times, Der Spiegel και, κυρίως, το περιοδικό Time, τ. 23 Δεκ. 2013,
απ’ όπου προέρχονται και όλα τα τμήματα του κειμένου που είναι σε εισαγωγικά)
Στέλιος Ελληνιάδης
---------------------------------------
Πηγή:edromos

Copyright © 2014-15 Απόψεις επώνυμα™ is a registered trademark.

Designed by Templateism. Hosted on Blogger Platform.